ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΡΟΝΟΙΑ

κοινωνική πρόνοιαΗ υπόθεση της Πάτρας στάθηκε η αφορμή για να αναδειχτούν για ακόμα μια φορά παθογένειες του κοινωνικού κράτους. Παθογένειες τις οποίες φυσικά όλοι γνωρίζαμε, αλλά πρώτη φορά είδαμε να καταλήγουν (χωρίς να αποκλείουμε να έχουν συμβεί και άλλα περιστατικά που δεν είδαν ποτέ το φως της δημοσιότητας) σε κάτι τόσο ασύλληπτα τραγικό. Ουσιαστική κοινωνική πρόνοια σπάνια υπάρχει. Αλήθεια, πόσο συχνές είναι η ενδοοικογενειακή βία και η κακοποίηση παιδιών, την έσχατη έκβαση των οποίων βίωσαν πιθανότατα και τα τρία κοριτσάκια στην Πάτρα; Και εμείς (κάνουμε ότι) δεν παίρνουμε χαμπάρι… Όπως διαπιστώθηκε μέσα από το ρεπορτάζ, υπήρξαν καταγγελίες για κακοποίηση ήδη από τότε που το πρώτο παιδί της οικογένειας Δασκαλάκη-Πισπιρίγκου, η Τζωρτζίνα, ήταν βρέφος. Οι κοινωνικές υπηρεσίες του δήμου ήλθαν, είδαν και απήλθαν, μετά τη διαβεβαίωση των γονέων ότι όλα ήταν μια χαρά και ότι η καταγγελία είχε γίνει από κάποιο άτομο που τους ζήλευε… Έπειτα, έγινε γνωστό ότι το ίδιο παιδί είχε νοσηλευτεί τρεις φορές μέχρι το 2015, ως βρέφος, μία με μώλωπες, μία για πιθανή κατάποση τσιγάρων και μία για πιθανή κατάποση φαρμάκων. Και δεν ξέρουμε και τι άλλο θα βγει ακόμα στη φόρα. Ξέρουμε πάντως, τώρα που τα στόματα σιγά σιγά ανοίγουν, δυστυχώς πολύ αργά, ότι υπήρξαν γιατροί και νοσηλευτές που κατήγγειλαν έγκαιρα ότι κάτι συνέβαινε στη συγκεκριμένη οικογένεια και δεν βρέθηκε κάποιος να ανταποκριθεί στις καταγγελίες τους. Ή ότι υπήρξαν συγκαλύψεις για λόγους που δεν γνωρίζουμε ακόμα.

Ακούει κανείς;
Παρόλο που οι πληροφορίες που λαμβάνουμε καθημερινά είναι ακόμα συγκεχυμένες και δεν ξέρουμε τι ακριβώς είναι αλήθεια και τι όχι, το σίγουρο είναι ότι κάποιοι προσπάθησαν να προειδοποιήσουν, να παρακολουθήσουν, να καταγγείλουν. Και δεν μιλώ για κουτσομπόλες συνταξιούχες γειτόνισσες ή ζηλιάρες ερωμένες και θυμωμένους πρώην, αλλά για υγειονομικούς, για ανθρώπους με συγκεκριμένη θέση και επιστημονικό κύρος, που ήδη από τον πρώτο θάνατο, αυτόν της Μαλένας, κάτι είχαν αντιληφθεί και κάπου είχαν μιλήσει. Αλλά κανείς δεν τους έδωσε σημασία. Ο δε πατέρας των παιδιών, όταν του έγινε νύξη για την ψυχική υγεία της γυναίκας του, εξανέστη και αρνήθηκε την εξέτασή της. Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές η Ρούλα Πισπιρίγκου είναι προφυλακισμένη, περιμένοντας να δικαστεί για τη δολοφονία της μεγάλης της κόρης και περιμένουμε τα πορίσματα των ερευνών και για τα δύο άλλα κορίτσια…
Και εκεί που αναρωτιόμαστε τι έκαναν τόσα χρόνια οι κοινωνικές υπηρεσίες στην Πάτρα και ανατριχιάζουμε στη σκέψη πως τα κορίτσια, έστω η Τζωρτζίνα, θα μπορούσαν να έχουν σωθεί, έρχονται άλλα δύο απανωτά περιστατικά να μας διαλύσουν περισσότερο: ένα κορίτσι που ζούσε με τον πατέρα του στη Νέα Σμύρνη, μετά την εγκατάλειψη από τη μητέρα, κακοποιείται σεξουαλικά και σωματικά, ενώ τρία αδερφάκια στον Άγιο Παντελεήμονα βρίσκονται αποστεωμένα και φαγωμένα από ποντίκια, μέσα σε μια τρώγλη, με τη μητέρα εδώ να κατηγορείται ότι κακοποιούσε και τον πατέρα. Όλα τα παιδιά, η έφηβη και τα τρία μικρά αδελφάκια, νοσηλεύονται τώρα στο Αγλαΐα Κυριακού. Ευτυχώς ζουν. Μα με τι κόστος; Το εξοργιστικό είναι ότι και σε αυτές τις περιπτώσεις οι υπεύθυνοι κρατικοί φορείς είχαν ενημερωθεί μήνες τώρα, έπειτα από καταγγελίες που είχαν γίνει στο «Χαμόγελο του Παιδιού» και άργησαν να παρέμβουν. Στην τελική, «Το Χαμόγελο του Παιδιού», όση δουλειά κι αν έχει κάνει, είναι ένας φορέας ιδιωτικός, η δικαιοδοσία του έχει συγκεκριμένα όρια και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θεωρείται ως υποκατάστατο του Κράτους.
Πιθανόν να έχει χρειαστεί να κάνετε κι εσείς καταγγελία για κάποια οικογένεια, είτε στη γειτονιά είτε στο ευρύτερο περιβάλλον σας είτε στο σχολείο των παιδιών σας. Πετύχατε κάτι; Ξέρω ότι η απάντησή σας είναι θα είναι αρνητική. Από προσωπική εμπειρία, όποτε επιχείρησα, είτε μόνη είτε μαζί με μια ομάδα συμπολιτών μας, να αναφέρουμε περιστατικά παραμέλησης, εγκατάλειψης, κακοποίησης σε δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, πέσαμε σε τοίχο. Όχι μόνο δεν έγινε καμιά παρέμβαση, όχι μόνο δεν υπήρξε καμιά κοινωνική πρόνοια, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις υπήρξε και επιδείνωση των καταστάσεων.

Επιτακτική ανάγκη για ουσιαστικές αλλαγές
Ας μην κοροϊδευόμαστε. Οι κρατικές κοινωνικές δομές στην Ελλάδα δεν λειτουργούν όπως θα έπρεπε και το ελάχιστο που απαιτούμε πλέον ως κοινωνία, με κορυφαία αφορμή την Πάτρα, είναι όλο αυτό να αλλάξει άμεσα και δραστικά. Η Αλέκα Τρίπου-Μάνου, κοινωνική λειτουργός στη Διεύθυνση Κοινωνικής Πρόνοιας της Νομαρχίας και μετέπειτα Περιφέρειας Αθηνών, απόφοιτη του ψυχολογικού τμήματος της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ, και συγγραφέας παιδικών βιβλίων εξηγεί ότι οι φορείς μιλούν για αυξητικές τάσεις στα φαινόμενα ενδοοικογενειακής βίας. «Όταν μιλάμε για ενδοοικογενειακή βία σε σχέση με τα παιδιά, εκτός από την άμεση, υπάρχει και η έμμεση, όταν, για παράδειγμα, ένα παιδί βλέπει τον ένα γονιό του να κακοποιεί τον άλλον. Απευχόμαστε να υπάρχουν και άλλες περιπτώσεις όπως αυτή της Πάτρας, αλλά κάποτε το Κράτος θα πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες του και να σχεδιάσει υπηρεσίες παιδικής προστασίας, που θα
υπόκεινται σε έναν κρατικό ενιαίο συντονιστικό φορέα, χρησιμοποιώντας την εμπειρία των κοινωνικών λειτουργών στο πεδίο», λέει η κ. Τρίπου-Μάνου. Υπάρχει, βέβαια και κάτι θετικό: «Αυτό που δεν παίρνουμε είδηση είναι πόσες ζωές σώθηκαν από τις μικρές καθημερινές μάχες που δίνουν οι κοινωνικοί λειτουργοί και άλλοι εμπλεκόμενοι ειδικοί, δυστυχώς με μεγάλο προσωπικό κόστος για τους ίδιους, λόγω όλων των κενών και των τραγικών ελλείψεων στο κοινωνικό κράτος. Όμως αυτές οι μικρές νίκες δεν γίνονται ποτέ μέρος μιας στατιστικής. Συνήθως μετράμε το θλιβερό και μας προσελκύει την προσοχή το τραγικό, όπως και στην περίπτωση της Πάτρας».

Τι πήγε στραβά στην Πάτρα;
Προφανώς, η κ. Τρίπου-Μάνου, όπως και εμείς, δεν γνωρίζει πώς χειρίστηκαν τη συγκεκριμένη υπόθεση οι κοινωνικές υπηρεσίες. Όμως, σίγουρα προκύπτουν ορισμένα ζητήματα. «Αυτή η οικογένεια είχε αρχικά συγκεντρώσει τη συμπάθεια μεγάλου αριθμού κατοίκων της πόλης, λόγω της τραγικότητας της απώλειας των παιδιών», παραδέχεται. Βέβαια, τα πράγματα δεν ήταν έτσι…
«Έχει συμβεί σε αρκετές κοινωνικές έρευνες, έπειτα από καταγγελία για κακοποίηση ανηλίκου, ο κοινωνικός λειτουργός να εισπράττει την πληροφορία από τους γείτονες και τους συγγενείς ότι δεν υπάρχει κακοποίηση και τελικά να αποδεικνύεται ακριβώς το αντίθετο. Επομένως, αυτές οι έρευνες θέλουν χρόνο και follow-up και δυστυχώς η υποστελέχωση παίζει τον ρόλο της. Γενικά όλα είναι υπό διερεύνηση. Ακόμα και η σύνδεση της οικογένειας της μητέρας με το Δήμο Πατρέων και η ικανότητά της να πείθει μεγάλο αριθμό ανθρώπων για τις καλές της προθέσεις, διαχρονικά. Δεν μιλάμε για μια απλή υπόθεση. Επιπλέον, το τελευταίο που θέλει κάποιος να πιστέψει, είναι ότι μια μητέρα μπορεί να κάνει κακό στα παιδιά της. Μετά Χριστόν προφήτες γινόμαστε όλοι. Πριν είναι εξαιρετικά δύσκολο να κατηγορήσεις κάποιον, όσο και αν υποψιάζεσαι το οτιδήποτε», υπογραμμίζει η έμπειρη κοινωνική λειτουργός.
«Σε σχέση με το Χαμόγελο του Παιδιού, χρειάζεται να διερευνηθεί το πώς διατυπώθηκε η καταγγελία και εν τέλει τι εμπόδισε την οργάνωση να παρέμβει, έτσι ώστε, αν προσέκρουσε σε νομικό κενό, να μπορεί να μας διδάξει η εμπειρία αυτή τι πρέπει να διορθωθεί. Δυστυχώς, στα περισσότερα νοσοκομεία, παραπομπή ενός περιστατικού στην κοινωνική υπηρεσία γίνεται όταν αφορά ασθενείς που απλώς δεν είναι συνεργάσιμοι. Δεδομένων και των ελλείψεων που ταλανίζουν το δημόσιο σύστημα υγείας, το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό συνήθως προσπαθεί να κάνει τη δουλειά του, μην παρατηρώντας, μην προλαβαίνοντας ή μη θέλοντας να ασχοληθεί».

Στοχοποίηση των κοινωνικών υπηρεσιών
Τι και ποιους φοβούνται οι κοινωνικοί λειτουργοί, ρωτώ την κ. Τρίπου-Μάνου. «Όσον αφορά τη σύγκρουση με την οικογένεια όπου υποψιαζόμαστε κακοποίηση, χρειάζεται μια νομική μέριμνα από πλευράς κράτους», απαντά. «Δεν είναι δυνατόν να διώκεται ο κοινωνικός λειτουργός και οποιοσδήποτε επαγγελματίας εμπλέκεται και προσπαθεί να κάνει τη δουλειά του και να προστατέψει ένα παιδί ή έναν ευάλωτο ενήλικο για τη γνωμοδότησή του ή επειδή η κοινωνική έρευνα δεν ήταν προς το συμφέρον του αντιπαραβαλλόμενου μέρους. Κάποτε και αυτό το ζήτημα θα πρέπει να λυθεί. Κοινωνικοί λειτουργοί που διενεργούν έρευνες κατόπιν εισαγγελικής εντολής πολλές φορές στοχοποιούνται από τις ίδιες τις οικογένειες. Απειλούνται, εξυβρίζονται και προπηλακίζονται, ενώ απειλείται η ασφάλεια και η σωματική ακεραιότητα η δική τους και των μελών της οικογένειάς τους. Αυτό είναι πολύ σοβαρό. Μάλιστα, στις Ηνωμένες Πολιτείες και στο Ηνωμένο Βασίλειο έχουν καταγραφεί ακόμα και θάνατοι κοινωνικών λειτουργών κατά την άσκηση του καθήκοντος», προβληματίζεται.

Πού να μπλέκω τώρα…
«Μίλα τώρα», μας παροτρύνουν οι καμπάνιες. Δεν μιλάμε, όμως, οι συγγενείς, οι φίλοι, οι γείτονες, οι γνωστοί, οι απλοί περαστικοί-μάρτυρες π.χ. σε ένα περιστατικό λεκτικής ή σωματικής κακοποίησης στον δρόμο. Γιατί κοιτάμε τη δουλειά μας· και όχι απλώς μιλάμε, αλλά ουρλιάζουμε, μόνο κατόπιν εορτής. Η κ. Τρίπου-Μάνου θεωρεί ότι αυτό οφείλεται στην ευθυνοφοβία και στον οχαδελφισμό μας. «Βλέπετε, το να προβούμε σε κάποια καταγγελία είναι κάτι που πρέπει να φέρουμε εις πέρας μόνοι μας. Να πάρουμε οι ίδιοι την ευθύνη. Και το αποφεύγουμε με διάφορες δικαιολογίες, ελπίζοντας ίσως πως θα βρεθεί κάποιος άλλος να βγάλει ανθ’ ημών το φίδι από την τρύπα», επισημαίνει. «Όταν, όμως, το κακό συμβεί, μπορούμε άφοβα να αφήσουμε να ξεχυθεί η οργή μας, γιατί πλέον έχουν επιβεβαιωθεί τα χειρότερα σενάρια και δεν μπορεί να μας κατηγορήσει κανείς πως είμαστε υπερβολικοί ή άδικοι που κάναμε τέτοιες σκέψεις. Βέβαια, ούτε λόγος να αναλάβουμε το δικό μας μερίδιο ευθύνης, που ενώ είχαμε την ευκαιρία δεν μιλήσαμε…»

Ο ρόλος του σχολείου
Το σχολείο είναι ένας δομημένος φορέας, όπου θα έπρεπε όλα να δουλεύουν ρολόι και να λειτουργεί βοηθητικά για όλα τα παιδιά σε κάθε επίπεδο και όχι μόνο σε μαθησιακό. Όπως προαναφέρθηκε, οι γονείς και οι δάσκαλοι που εντοπίζουν προβλήματα σε οικογένειες και προσπαθούν να επικοινωνήσουν με τις κοινωνικές υπηρεσίες σπάνια καταφέρνουν κάτι. Προσωπικά, θεωρώ απαραίτητη ως κοινωνική πρόνοια τη δημιουργία θέσεων για έναν τουλάχιστον κοινωνικό λειτουργό και έναν τουλάχιστον ψυχολόγο, πλήρους απασχόλησης, σε κάθε σχολείο, με άμεση επικοινωνία με τις αρμόδιες αρχές, εάν εντοπίσει το παραμικρό και με υποχρεωτική συνεργασία των γονέων μαζί του, εφόσον τους ζητηθεί. Η πρότασή μου αυτή βρίσκει προφανώς σύμφωνη και την Αλέκα Τρίπου-Μάνου. «Η παρουσία κοινωνικού λειτουργού και ψυχολόγου στο σχολείο είναι απαραίτητη όχι μόνο για τον εντοπισμό στοιχείων και ενδείξεων για κακοποίηση και ενδοοικογενειακή βία, αλλά και για πρόληψη μορφών bullying ανάμεσα στα παιδιά. Μη σας φανεί μάλιστα παράξενο ότι υπάρχουν και περιπτώσεις δυσλειτουργικών εκπαιδευτικών, των οποίων η συμπεριφορά προς τους μαθητές μπορεί επίσης να είναι κακοποιητική».
Κλείνοντας τη συζήτησή μας, η Αλέκα Τρίπου-Μάνου συνοψίζει ότι η κακοποίηση αποτελεί ένα ψυχικό τραύμα που αν δεν φωτιστεί και δεν επεξεργαστεί, τότε έχει την ιδιότητα να περνά στην επόμενη γενιά, τραυματίζοντας εκ νέου, ενώ τονίζει ότι χρειάζονται υπηρεσίες ψυχικής υγείας προσβάσιμες σε κάθε πολίτη και στελεχωμένες από έμπειρους θεραπευτές. Και προπαντός, χρειάζεται διάθεση από τον κάθε άνθρωπο να θελήσει να ζητήσει βοήθεια για να επεξεργαστεί και να αντιμετωπίσει τα θέματά του, ώστε να σπάσει τον φαύλο κύκλο της μεταφοράς τους στους απογόνους του… Για να μην υπάρξει ποτέ ξανά άλλη Πάτρα.

Leave a Reply