Η ΑΔΕΛΦΗ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ. ΕΝΑ ΑΟΡΑΤΟ ΠΑΙΔΙ

Αδελφή της ΧριστίναςΗ Βέρα Πρατικάκη είναι συγγραφέας παιδικών και εφηβικών βιβλίων, που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ψυχογιός, και ψυχοθεραπεύτρια παιδιών και ενηλίκων. Ενώ μας είχε συνηθίσει σε εξαιρετικά χιουμοριστικά μυθιστορήματα, έκανε μια αλλαγή. Με το νέο της βιβλίο, την Αδελφή της Χριστίνας, επέλεξε να μιλήσει στους αναγνώστες της για ένα δύσκολο θέμα, βάζοντας σε λέξεις τα συναισθήματα μιας έφηβης, της οποίας η αδελφή πάσχει από βαρύ αυτισμό.
«Γράφοντας το συγκεκριμένο βιβλίο, ανακάλυψα ότι μου αρέσει να δοκιμάζω διαφορετικά είδη γραφής. Χρειάζεται να ξεχάσεις ό,τι ξέρεις ήδη και να βυθιστείς σε μια μεγάλη καινούργια πρόκληση», ξεκινά τη συζήτησή μας η συγγραφέας. «Η μόνη δυσκολία ήταν ότι, επειδή ταυτιζόμουν πολύ με την κεντρική ηρωίδα, συχνά χρειαζόταν να κάνω μια παύση, γιατί με παρέσερνε η θλίψη της και δεν άντεχα να συνεχίσω. Ευτυχώς, το επάγγελμά μου με έχει βοηθήσει να μπορώ να νιώθω τι ακριβώς νιώθει και ο άνθρωπος που έχω απέναντί μου, να βλέπω τα πράγματα από τη δική του οπτική και να προσπαθώ να μην παρασύρομαι από όσα βιώνει, παραμένοντας εδραιωμένη στον εαυτό μου, έτσι ώστε να μπορώ να τον βοηθήσω», εξηγεί.

Ένα αόρατο παιδί
Η αδελφή της Χριστίνας βιώνει μια βαθιά μοναξιά, αισθάνεται μειονεκτικά, νιώθει ότι είναι αόρατη. «Ένας τρόπος για να το δείξω αυτό ήταν να μην αναφέρω το όνομά της μέχρι την τελευταία λέξη του βιβλίου. Δεν είναι καθόλου εύκολο να γράψεις ένα βιβλίο στο οποίο το όνομα της κεντρικής ηρωίδας να μην αναφέρεται παρά μόνο στο τέλος. Ήταν όμως σημαντικό να το καταφέρω», σημειώνει η Βέρα Πρατικάκη. Επίσης, η αδελφή της Χριστίνας βιώνει μια βαθιά εσωτερική σύγκρουση: Από την μια κατανοεί την ανάγκη να δοθεί προσοχή και φροντίδα στη Χριστίνα, αλλά από την άλλη νιώθει αδικία που οι ανάγκες τις ίδιας παραμελούνται. Δυστυχώς, εισπράττει ότι δεν είναι το ίδιο σημαντική. Ακόμα, βιώνει μια έντονη δυσκολία να κάνει φίλους, γιατί ακόμα στην κοινωνία μας υπάρχει έντονα το στίγμα και η περιθωριοποίηση του διαφορετικού. Η ανάγκη της να ανήκει και να γίνει αποδεκτή την αναγκάζει να θυσιάσει σημαντικά κομμάτια του εαυτού της και να καταφύγει σε πράξεις για τις οποίες μετανιώνει. Επίσης, βιώνει έναν έντονο θυμό, τον οποίο νιώθει ότι χρειάζεται να καταπιέσει, και αυτό την μπερδεύει περισσότερο. Βιώνει και μεγάλες ενοχές, γιατί φυσικά αγαπάει την αδελφή της, αλλά επειδή ‒άθελά της‒ της δημιουργεί προβλήματα θυμώνει μαζί της και μετά επικρίνει τον εαυτό της.

Ο Ηρακλής
Ο Ηρακλής είναι ιδιαίτερα σημαντικός για την αδελφή της Χριστίνας. Είναι ένας αρκούδος, που έχει από μικρή, στον οποίον βρίσκει ανακούφιση και παρηγοριά. Είναι η παρέα της, αυτός που την καταλαβαίνει. Έχει, όμως, το όνομα του πατέρα, ο οποίος έχει εγκαταλείψει την οικογένεια. «Η αδελφή της Χριστίνας φοβάται την εγκατάλειψη και έτσι έχει “γαντζωθεί” στον αρκούδο, ο οποίος είναι και λίγο σαν υποκατάστατο της χαμένης πατρικής φιγούρας. Καθώς εξελίσσεται η ιστορία, ο Ηρακλής είναι αυτός που συνδιαλέγεται μαζί της, της θέτει δύσκολες ερωτήσεις, την ακούει και την καταλαβαίνει. Είναι αποδέκτης όλων των συναισθημάτων της. Γνωρίζει τους φόβους της, τις επιθυμίες της, τον θυμό της και τα αποδέχεται. Τους κάνει χώρο και τους δίνει την άδεια να υπάρχουν. Ακούει. Και το σημαντικότερο, είναι σταθερά εκεί. Είναι ένα βασικό σημείο σύνδεσης για την αδελφή της Χριστίνας. Ο ρόλος αυτός είναι εξαιρετικά σημαντικός τόσο στην ιστορία όσο και στην ζωή κάθε ανθρώπου. Όλοι χρειαζόμαστε κάποιον, ιδανικά έναν γονέα, στον οποίον να μπορούμε να στραφούμε, να είναι διαθέσιμος, προσιτός και σε θέση να μας ακούσει, να μας καταλάβει και να μας φροντίσει όταν βιώνουμε δυσκολίες», τονίζει η συγγραφέας.

Τα αδέλφια ΑμΕΑ
Σύμφωνα με τη Βέρα Πρατικάκη, στην πλειονότητα των περιπτώσεων τα αδέλφια των παιδιών ΑμΕΑ αντιμετωπίζουν δυσκολίες. Όπως αναφέρει και στο βιβλίο, συχνά ο κόσμος χωρίζεται σε αυτούς που λυπούνται, σε αυτούς που απομακρύνονται και σε αυτούς που κοροϊδεύουν. Τίποτα δεν οδηγεί σε φιλία. «Τα αδέλφια ΑμΕΑ χρειάζεται να τολμήσουν να είναι ο εαυτός τους και οι γονείς χρειάζεται να τα βοηθήσουν να βρουν την δύναμη να το κάνουν αυτό. Τότε, αργά ή γρήγορα, θα μπορέσουν να συνδεθούν ουσιαστικά με τους άλλους. Όμως, είναι κάτι εξαιρετικά δύσκολο. Θέλει πολύ θάρρος να είσαι ο εαυτός σου. Όλοι, ακόμα και οι ενήλικοι, χρησιμοποιούμε προσωπεία και μάσκες για να φαινόμαστε “κάπως”. Η πιο ουσιαστική σύνδεση έρχεται όταν μπορούν δυο άνθρωποι να συνδεθούν αυθεντικά, με ειλικρίνεια, σεβασμό και αποδοχή. Δεν χρειάζεται να είναι ίδιοι. Η διαφορετικότητα του καθενός έχει πολλά να προσφέρει σε μια σχέση. Αρκεί να γίνεται σεβαστή», εξηγεί.
Υπογραμμίζει, όμως, ότι χρειάζεται δουλειά από τους γονείς για να αρχίσει να δημιουργείται μια κοινωνία με μεγαλύτερο σεβασμό και αποδοχή και λιγότερο στίγμα και περιθωριοποίηση. «Γι’ αυτό είναι απαραίτητη η γνώση και η κατάλληλη στάση από τους γονείς για να μεγαλώσουν παιδιά με σεβασμό για τους άλλους, που να μπορούν να αποδεχτούν τη διαφορετικότητα. Όταν ο γονέας είναι παράδειγμα προς μίμηση, όταν σέβεται και αποδέχεται τη διαφορετικότητα του παιδιού του και των φίλων του, τότε το παιδί αυτόματα μαθαίνει να κάνει το ίδιο. Έτσι και τα αδέλφια ΑμΕΑ μπορούν να βρίσκουν περισσότερους ανθρώπους να επιλέξουν για φίλους τους».
Όμως, τα αδέλφια ΑμΕΑ είναι συνήθως «παραμελημένα» από τους γονείς, που ρίχνουν όλο το βάρος στο παιδί με το πρόβλημα. Έτσι, εμφανίζουν ψυχικές διαταραχές, που περνούν απαρατήρητες. Η Βέρα Πρατικάκη ζητάει από τους γονείς να έχουν τις «κεραίες» τους ανοιχτές για να αφουγκράζονται τα σημάδια. Μπορεί να μην είναι ξεκάθαρα, αλλά πάντα υπάρχουν ενδείξεις. Όταν τις εντοπίσουν, να μην τις παραβλέψουν και να αναζητήσουν τη βοήθεια ενός ειδικού, αν δυσκολεύονται να τις διαχειριστούν. Επίσης, προτείνει να ζητήσουν βοήθεια και από το περιβάλλον τους. «Κανείς άνθρωπος δεν μπορεί να έχει πάνω του όλες τις ευθύνες και τους ρόλους. Μικρές διευκολύνσεις μπορούν να κάνουν μεγάλη διαφορά. Και φυσικά, όσο μπορούν, να αφιερώνουν χρόνο και να δίνουν προσοχή και στο άλλο παιδί. Κυρίως να μπορούν να δημιουργήσουν ένα κατάλληλο κλίμα, ώστε να νιώσει την ασφάλεια να μοιραστεί τα συναισθήματα που το δυσκολεύουν».

Η σχέση των ζευγαριών 
Στο βιβλίο, ο πατέρας εγκαταλείπει την οικογένεια μόλις διαπιστώνει ότι η Χριστίνα είναι ΑμΕΑ. Η κ. Πρατικάκη εξηγεί ότι η γέννηση ενός παιδιού που αντιμετωπίζει κάποιο θέμα υγείας ή άλλη σοβαρή δυσκολία είναι ένα μεγάλο ψυχοπιεστικό γεγονός για όλο το σύστημα που το περιβάλλει. «Θεωρώ ότι παίζουν πολλοί παράγοντες ρόλο για το αν θα επιβιώσει η σχέση ενός ζευγαριού μετά τη γέννηση ενός παιδιού μη τυπικής ανάπτυξης: Η σοβαρότητα της κατάστασης, το υποστηρικτικό σύστημα, τα ψυχικά αποθέματα του κάθε γονέα, η οικονομική δυνατότητα και ‒ίσως το κυριότερο‒ η σύνδεση που έχουν χτίσει ήδη μεταξύ τους, η ύπαρξη ή μη ουσιαστικής επικοινωνίας και η προσωπική δουλειά που έχει κάνει ο κάθε σύντροφος με τον εαυτό του. Όλοι έχουμε “ανώριμα” κομμάτια μέσα μας, που χρειάζεται να φροντίσουμε, έτσι ώστε να μην λειτουργούν ανεξέλεγκτα και να μην υπονομεύουν τα σημαντικά πράγματα στην ζωή μας. Δυστυχώς, υπάρχουν γονείς που εγκαταλείπουν τα παιδιά τους, είτε πραγματικά είτε συναισθηματικά, άνθρωποι ανέτοιμοι να αναλάβουν την ευθύνη και τις υποχρεώσεις που συνεπάγεται ο ρόλος του γονέα. Αυτό είναι πραγματικά απογοητευτικό. Κι όμως είναι μια πραγματικότητα», διαπιστώνει. Συστήνει, λοιπόν, σε κάθε ζευγάρι που βρίσκεται σε αντίστοιχη θέση να επενδύσει στη συμβουλευτική και στην ψυχοθεραπεία, γιατί θα ωφεληθεί.

Κι αν δεν υπήρχε; Κι αν δεν υπήρχα;
Η αδελφή της Χριστίνας φαντάζεται τη ζωή της αν δεν είχε γεννηθεί η Χριστίνα. Έπειτα, στο παιχνίδι της, εμπλέκει την παπαδιαμαντική Φραγκογιαννού. Σκληρό, ταμπού, αλλά μάλλον αληθινό. Άραγε η Βέρα Πρατικάκη έχει συναντήσει ως επαγγελματίας γονείς και παιδιά που μπορεί να εύχονται, άμεσα ή έμμεσα, τον θάνατο ή την μη ύπαρξη ενός κοντινού τους προσώπου, λόγω των προβλημάτων που τους δημιουργεί, παρόλο που το λατρεύουν; Η τον δικό τους θάνατο, κυρίως ως αυτοκτονία. «Αμφιταλαντευόμουν πολύ για το αν θα έβαζα το συγκεκριμένο κομμάτι. Τελικά αποφάσισα να μπει, γιατί πιστεύω πως ό,τι εκφράζεται είναι καλύτερο από το να μην εκφράζεται. Όσο δύσκολο και αν είναι», απαντά και διαχωρίζει τη σκέψη ή το συναίσθημα από την πράξη. «Είναι εντάξει να νιώθει κανείς θυμό ή ‒λόγω του θυμού του‒ να σκεφτεί κάτι κακό για τον εαυτό του ή για κάποιον άλλο. Είναι τελείως άλλο πράγμα να το κάνει. Συχνά, οι μεγάλοι ζητάμε από τα παιδιά να μην έχουν αρνητικά συναισθήματα, πράγμα αδύνατον. Το μόνο που καταφέρνουμε είναι να τους δημιουργούμε ενοχές, γιατί θα έχουν τα αρνητικά συναισθήματα, αλλά και ένα επιπλέον βάρος, ότι δηλαδή είναι κακό που τα έχουν. Ο στόχος είναι να μπορούμε να τα βοηθάμε να βρίσκουν τους κατάλληλους τρόπους διαχείρισης ακόμα και των πιο δύσκολων και τρομακτικών συναισθημάτων και σκέψεων», εξηγεί. Αν δημιουργηθεί ασφάλεια και βαθιά εμπιστοσύνη, τότε ο κάθε άνθρωπος μπορεί να τολμήσει να δει μέσα του και να εκφράσει ακόμα και πράγματα τρομερά δύσκολα, όπως η ευχή να μην υπάρχει ο ίδιος ή κάποιος άλλος δικός του. Η κ. Πρατικάκη πιστεύει ότι αυτό δείχνει απόγνωση και όχι ότι κάποιος θέλει πραγματικά το κακό του εαυτού του ή του άλλου. «Κάποιες φορές εγκλωβιζόμαστε σε τόσο βαθιά απελπισία και αδιέξοδα, που δεν μπορούμε να βρούμε φως και λύσεις. Αν συναντήσουμε κάποιον σε τέτοιο αδιέξοδο, θα πρέπει να μείνουμε μαζί του, να συνδεθούμε μαζί του, να τον ακούσουμε, να τολμήσει να μοιραστεί το βάρος όσων εκείνος νιώθει και σιγά σιγά να μπορέσουν μερικές αχτίδες ελπίδας να λάμψουν. Τότε όλα θα είναι διαφορετικά», χαμογελά.

Οι παραβατικοί έφηβοι
Πάντως, πέραν των οικογενειακών προβλημάτων που τυχόν αντιμετωπίζουν, οι έφηβοι έχουν συχνά την ανάγκη για παραβατικές συμπεριφορές. Μπορούμε οι γονείς να εξασφαλίσουμε ότι το παιδί μας θα ξέρει πού να σταματήσει; «Υπάρχουν διαφορετικοί λόγοι πίσω από μια συμπεριφορά και γι’ αυτό χρειάζεται να προσπαθήσουμε να δούμε τα πράγματα μέσα από τα δικά του μάτια για να κατανοήσουμε την ανάγκη που βρίσκεται από πίσω», τονίζει η Βέρα Πρατικάκη. Παρόλα αυτά, είναι χρήσιμο να γνωρίζουμε και κάποια πράγματα που αφορούν το αναπτυξιακό στάδιο της εφηβείας.
«Οι έφηβοι είναι από την φύση τους παρορμητικοί. Ο εφηβικός εγκέφαλος έχει μια ιδιομορφία. Ο προμετωπιαίος φλοιός, δηλαδή το κέντρο της λογικής, ακόμα αναπτύσσεται, σε αντίθεση με την αμυγδαλή, δηλαδή το κέντρο του συναισθήματος. Επομένως, ο εφηβικός εγκέφαλος δεν αντιλαμβάνεται εύκολα τις συνέπειες των πράξεων και έτσι λειτουργεί παρορμητικά. Επίσης, ο έφηβος καλείται να δοκιμάσει τις δυνάμεις του και να βρει την ταυτότητά του. Αυτό συνεπάγεται την ανάγκη να τεστάρει τα όρια και να νιώσει μια αίσθηση δύναμης. Και φυσικά, έχει ανάγκη για προσοχή ή φροντίδα. Κάθε παιδί, από μικρό, όταν νιώθει ότι δεν μπορεί να τη λάβει με καλούς τρόπους, θα μεταχειριστεί οποιοδήποτε μέσο. Μπορεί, λοιπόν, η παραβατική συμπεριφορά να είναι ένα μήνυμα προς τους γονείς να νοιαστούν, να δουν, να θέσουν όρια. Επίσης, οι έφηβοι επιθυμούν έντονα να ανήκουν σε ομάδες. Καθώς αυτονομούνται ολοένα και περισσότερο από τους γονείς, θέλουν να χτίσουν το δικό τους δίκτυο. Η ανάγκη να αποδείξουν την αξία τους μπορεί να είναι τόσο μεγάλη, που να τους κάνει επιρρεπείς ακόμα και σε παραβατικές συμπεριφορές», σημειώνει η κ. Πρατικάκη.
Η ίδια, πάντως, θεωρεί πως οι γονείς πρέπει να αποτελούν οι ίδιοι παράδειγμα προς μίμηση και να μπορούν να είναι συναισθηματικά συντονισμένοι με το παιδί. Γονείς πολύ αυταρχικοί ή πολύ επιτρεπτικοί είναι πιο πιθανό να έχουν παιδιά που δυσκολεύονται με τα όρια. Αν, όμως, έχουν μάθει να θέτουν όρια με σεβασμό, συστηματικότητα και αποδοχή και να τα τηρούν και οι ίδιοι με τον ίδιο τρόπο, τότε μειώνεται ο κίνδυνος. Επίσης, ακριβώς επειδή οι αιτίες πίσω από την παραβατική συμπεριφορά μπορεί να είναι πολλές, το σημαντικότερο εργαλείο είναι η ικανότητα του γονέα να συναισθάνεται το παιδί του, να κατανοεί τι συμβαίνει στη ζωή του, έτσι ώστε να μπορεί να το βοηθάει να διαχειρίζεται και να επικοινωνεί τα συναισθήματά του πιο αποτελεσματικά.

Κάθε ζωή έχει σημασία
Κλείνουμε τη συζήτηση με τα μηνύματα που θέλει να περάσει η συγγραφέας σε μικρούς και μεγάλους μέσα από το βιβλίο της. «Το ότι κάθε άνθρωπος έχει έναν δικό του αγώνα που κάνει και κουβαλάει ένα δικό του βάρος. Το ότι πολλές φορές το βάρος αυτό δεν φαίνεται, αλλά δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει. Το ότι κανένας άνθρωπος δεν πρέπει να είναι αόρατος. Το ότι χρειάζεται να σέβεται τον εαυτό του και να μάθει να επικοινωνεί τις ανάγκες του. Το ότι υπάρχουν καλύτεροι και χειρότεροι τρόποι ανακούφισης από δύσκολα συναισθήματα. Το ότι τα λάθη είναι μέσα στο παιχνίδι και με την κατάλληλη αντιμετώπιση μπορούν να είναι ωφέλιμα. Το ότι η σύνδεση και το νοιάξιμο των ανθρώπων γύρω του είναι ό,τι πιο πολύτιμο υπάρχει. Το ότι στην ζωή υπάρχουν πολλές δυσκολίες, αδικίες και ματαιώσεις, αλλά χρειάζεται να έχουμε τα ψυχικά αποθέματα να τις αποδεχόμαστε και να τις αντιμετωπίζουμε. Το ότι κάθε άνθρωπος χρειάζεται να βρει το δικό του νόημα για να ζει. Και το ότι κάθε ζωή έχει σημασία και πάντα υπάρχει ελπίδα όσο σκοτεινά και αν φαίνονται τα πράγματα».  Το βιβλίο της Βέρας Πρατικάκη Η αδελφή της Χριστίνας κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός.

Leave a Reply