«Πάμε πρώτη» φέτος! Δεκάδες μαμάδες ακούω, χρόνια τώρα, να χρησιμοποιούν αυτήν τη φράση. Την εννοούν απολύτως. Αγχωμένες, ανασκουμπωμένες, ετοιμοπόλεμες, αποφασισμένες, θαρραλέες. «Έχουμε διάβασμα» λένε, και οι μέρες τους καρφιτσώνονται στο ωρολόγιο πρόγραμμα του σχολείου και στις «δραστηριότητες». «Έχουμε εξαιρετική/ αυστηρή/απαράδεκτη δασκάλα» δηλώνουν και κουνάνε τα κεφάλια αναλόγως. Κάνουν σύντομα πηγαδάκια το πρωί μετά την προσευχή, ξανακάνουν ευρύτερα στο σχόλασμα. Γίνονται ξανά συμμαθήτριες, ανταλλάσσουν πληροφορίες, απόψεις, κρίσεις για τη δασκάλα, συγκρίνουν επιδόσεις, δεξιότητες, ελέγχους, συμπεριφορές, σχολιάζουν, βαθμολογούν, κρίνουν, μελετούν, ντύνουν, στολίζουν, νοικοκυρεύουν. Βεβαίως όλο αυτό έχει ήδη ξεκινήσει απ’ τον παιδικό σταθμό και το νηπιαγωγείο, αλλά στο δημοτικό αποκτά μεγαλειώδεις διαστάσεις.
Συγκριτικά, ελάχιστοι μπαμπάδες παθαίνουν τέτοιο κόλλημα. Τι συμβαίνει; Είναι πιο χαλαροί γενικώς; Αδιαφορούν ειδικώς; Δεν αντιλαμβάνονται τη… σοβαρότητα της κατάστασης; Τους «διάβαζαν» κι αυτούς οι μαμάδες τους όταν ήταν μικροί; Αναλωνόμαστε οι γυναίκες στο να μοιάσουμε ή να μη μοιάσουμε στις μαμάδες μας, ξεχνώντας ότι μπορούμε να επιλέξουμε τι είδους μητέρες θέλουμε να γίνουμε οι ίδιες ως ανεξάρτητα και αυτόνομα όντα; Μήπως ο «ρόλος της μητέρας» γίνεται ο μοναδικός και κυρίαρχος με το που ανεβαίνουμε στη σκηνή, και αγκαλιά μ’ αυτόν της «συζύγου» εξαφανίζει το πρόσωπό μας;
Γιατί θεωρείται φυσικό να «διαβάζει» κάποιος τα παιδιά; Η μαθητική τους απόδοση αποτελεί δείκτη γονικής –ή μάλλον μητρικής– επάρκειας; Ή μήπως η έλλειψη εμπιστοσύνης στο σύστημα της εκπαίδευσης υπαγορεύει αυτήν τη στάση; Η οποία, σε συνδυασμό με την ανάληψη μεγάλου μέρους της ευθύνης της «οικογένειας» από τις γυναίκες, τις οδηγεί σε μια ακόμα παράκρουση; Η έννοια «ζευγάρι» σε ποιο ντουλάπι αποθηκεύεται; Η λέξη «γονείς» σε τι αναφέρεται; Και οι δάσκαλοι; Αντιδρούν ή επαναπαύονται; Πού οδηγεί αυτός ο δρόμος που ξεκινά στα τυφλά; Τα παιδιά πού είναι; Ποιος πάει σχολείο; Και για ποιο λόγο; Ποιος είναι ο στόχος;
Ας θυμηθούμε πώς νιώθαμε όταν ήμασταν εμείς μαθητές. Ας συνειδητοποιήσουμε ότι το παιδί μας είναι ένας άλλος άνθρωπος, εμείς διαφορετικοί απ’ τους γονείς μας, αλλά και τις διαφορές ανάμεσα στο οικογενειακό σύστημα που βιώσαμε και το «νέο» που δημιουργήσαμε. Ας επιτρέψουμε στα παιδιά να κάνουν τη δική τους. Ας τ’ αφήσουμε να πάνε χωρίς εμάς στο σχολείο τους. Ας ζητήσουμε απ’ τους δασκάλους να κάνουν τη δουλειά τους κι ας μην την παίρνουμε εμείς στο σπίτι. Ας «διαβάζουμε» τα συναισθήματα των παιδιών μας κάθε μέρα, ας μην προβάλλουμε πάνω τους δικά μας, ας τα καταλαβαίνουμε. Ας τ’ αφήσουμε ήσυχα να ζήσουν τις εμπειρίες της δικής τους ζωής, να αποφασίσουν τι μαθητές θέλουν να είναι. Ας εκπαιδευτούμε στο ν’ αντιλαμβανόμαστε τους λόγους που δυσκολεύονται/μπλοκάρουν/ταλαιπωρούνται, ώστε να μπορούμε να τα βοηθήσουμε ουσιαστικά, χωρίς να τα ταΐζουμε έτοιμες προτηγανισμένες λύσεις. Έτσι μόνο δεν θα αναπαράγουμε τα λάθη, θα είμαστε ανοιχτοί για καινούργια, θα συμπαρασταθούμε σε κείνα των παιδιών μας, θα γιορτάσουμε ανιδιοτελώς εν αγάπη τις νίκες τους!