ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΣΗΜΕΡΙ, ΒΟΛΤΑ ΜΕ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΗΝ “ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ” ΝΕΑ ΣΜΥΡΝΗ

Μόλις είχα τελειώσει το Ημερολόγιο του Φεβρουαρίου και το είχα στείλει στην Πελιώ, γραμμένο με τη συνηθισμένη μου αντιμετώπιση. Και μετά ζήσαμε αυτό και πάει· χάθηκε ό, τι χιούμορ μάς είχε απομείνει και αντικαταστάθηκε από έναν γιγαντιαίο θυμό. Κυριακή μεσημέρι, 7 Μαρτίου, έχουμε κανονίσει με φίλους να παίξουν τα παιδιά μας στο Άλσος της Νέας Σμύρνης. Είναι η πρώτη Κυριακή μετά την ανακοίνωση των μέτρων που επιβάλλουν η χρήση του κωδικού 6 (aka άθληση) να γίνεται μόνο με τα πόδια ή τα ποδήλατα. Είμαι μόνη με τα παιδιά (8 και 4 ετών), οπότε τα πόδια είναι η μοναδική λύση όπως κι ο κοντινός προορισμός. Παρεμπιπτόντως, σε λίγες μέρες κλείνουμε έναν χρόνο από την έναρξη των περιοριστικών μέτρων λόγω πανδημίας (απλώς το υπενθυμίζω…).

Στη 1 περίπου μπαίνουμε στο Άλσος, κατά τις 3 αρχίζουμε να τα μαζεύουμε για να φύγουμε, καθυστερούμε λίγο, γιατί ο μικρός ήθελε να παίξει λίγο στην ανοιχτή παιδική χαρά. Πάει 3.15 περίπου όταν φτάνουμε στην πόρτα της κάτω εξόδου, προς την πλατεία. Εκείνη την ώρα μπαίνουν τρέχοντας και φοβισμένα δυο νεαρά παιδιά και μας προσπερνάνε. Ακριβώς έξω από το Άλσος ακούμε δυο τρεις ανθρώπους να λένε ότι στην πλατεία ξεκίνησαν να βαράνε κόσμο με γκλομπ, γιατί τους ζήτησαν τον λόγο για κάποια πρόστιμα που έβαλαν. Πηγαίνοντας να διασχίσουμε την Αγίας Φωτεινής, κι ενώ δεν είμαστε σίγουροι για το τι έχει συμβεί, βλέπουμε μπροστά μας είκοσι τριάντα ένστολους της ομάδας ΔΙΑΣ και ΟΠΚΕ με τα αυτόματα, έτσι άνετα, σε κοινή, κοινότατη θέα (μπροστά μας και κυρίως μπροστά στα παιδιά μας).

Ανηφορίζοντας την Καρύλου (η πλατεία που είδαν όλοι στο διάσημο πλέον βίντεο του ξυλοδαρμού), 5-6 ένστολοι, με τα αυτόματά τους κατηφορίζουν έχοντας πλαισιώσει πάλι τρία νεαρά παιδιά, έτοιμα για προσαγωγή, «ειρηνικά» κι από τις δυο πλευρές. Όσο πλησιάζουμε στην πλατεία, δεν σταματάμε να βλέπουμε ένστολους παντού, αλλά πλέον ακόμα περισσότερο κόσμο, θυμωμένο, φοβισμένο, απαυδισμένο, έντρομο να σχολιάζει τι έγινε κι όποιον ρωτάς να σου λέει τα ίδια με απορία και θυμό στο βλέμμα. Αναρωτιούνται όλοι πώς είναι δυνατόν μια Κυριακή μεσημέρι στην πλατεία της Νέας Σμύρνης, της μεγαλύτερης πλατείας στην Αθήνα, με τα πιο πολλά καροτσάκια και παιδάκια μαζεμένα καθημερινά, να έρθει η Αστυνομία για έλεγχο και να καταλήξει να βαράει κόσμο εν ψυχρώ.

Μέχρι να φτάσουμε σπίτι ντρεπόμουν που τα παιδιά φοβόντουσαν μη μας πιάσουν επειδή ο τετράχρονός μας δεν φορούσε μάσκα. Ντροπή, σιχαμάρα και άμετρος θυμός για απροκάλυπτα βίαιη συμπεριφορά μέσα σε μια ούτως ή άλλως βίαιη ψυχολογικά πραγματικότητα. Όσο περνούσαν οι ώρες κι έβλεπα τα βίντεο που κυκλοφόρησαν παντού, αναρωτιόμουν (βλακωδώς θα μου πεις) πώς είναι δυνατόν παρ’ όλες τις τόσες αποδείξεις, οι ψευδείς και άθλιες ειδήσεις περί επιθέσεων σε αστυνομικούς να προβάλλονται από τόσα ΜΜΕ (το Ε πλέον είναι για γέλια)! Πώς ήταν δυνατόν αυτοί οι άνθρωποι με τα μαύρα (οι ένστολοι) να χαζογελάνε μπροστά σε τόσο κόσμο λίγα λεπτά έπειτα από ό,τι έκαναν.

Το ίδιο απόγευμα κόσμος μαζεύτηκε και πορεύτηκε παρέα. Μια ελπίδα αναθάρρησε έως ότου ακούστηκαν οι κρότου λάμψης και τα δακρυγόνα όταν έφτασαν στην πλατεία. Φυσικά, τα ΜΑΤ ήταν παρόντα και συνόδευαν την πορεία και στο τέλος είπαν να κεράσουν και κάτι, τσάμπα να κουβαλάνε τόσα δακρυγόνα; Και λίγο αργότερα, για μισή ώρα τουλάχιστον, ένα ελικόπτερο έκανε τις βόλτες του από πάνω από την περιοχή, την τόσο επικίνδυνη, αφού ανά πάσα ώρα και στιγμή μπορεί να έρθουν οι ΔΙΑΣ και να αρχίσουν να βαράνε κόσμο. Σίγουρα γι’ αυτό βολτάρανε με το ελικόπτερο…

Όταν, λοιπόν, αυτοί που θα έπρεπε να σε βοηθήσουν σε μια αναίτια επίθεση βίας είναι εκείνοι που σου επιτίθενται, από πού ζητάς βοήθεια, ποιος θα σε βοηθήσει; Κύριε Δήμαρχε, τι λέτε; Εσείς, κύριε Μιχάλη; Έτσι, κύριε Δήμαρχε, αν γνωρίζετε τον κύριο Μιχάλη, θα έπρεπε ήδη να έχετε μιλήσει μαζί του και να του εξηγήσετε τα εξής: Ήταν Κυριακή μεσημέρι, του πρώτου ΣΚ που επιτρεπόταν να πας για άθληση πάρα μόνο όπου αντέχουν τα πόδια τα δικά σου, των μικρών παιδιών σου ή των πολλών ετών σου, κλείνοντας όπου να ’ναι έναν χρόνο πρωτόγνωρου εγκλεισμού λόγω πανδημίας. Ο καιρός όχι καλός, αλλά επειδή πρέπει να βγαίνουμε όλοι λίγο έξω πού και πού, οι περισσότεροι που μένουν στο Δήμο σας/μας θα πάνε στην πλατεία ή/και στο Άλσος και θα ομολογήσουν μεταξύ φίλων και γνωστών ότι πάλι καλά που μένουν τόσο κοντά σε ένα μέρος με μια σχετική άπλα. Κι ενώ έχουν κάποιες στιγμές συνηθισμένης, αλλά και κάπως ανακουφιστικής μέρας έξω, έρχονται αντιμέτωποι με μια σειρά αστυνομικών ΔΙΑΣ, οι οποίοι -όπως φαίνεται- κάνανε τη «δουλειά» τους.

Αν η δουλειά τους ήταν να επιβάλουν πρόστιμο για μη χρήση μάσκας κι αν όντως επιβλήθηκε το πρόστιμο αυτό, ας έφευγαν κι ας συνέχιζαν την ημέρα τους αλλού, ασκώντας το άχαρο καθήκον τους. Δεν έγινε όμως αυτό. Ξεκίνησαν να χτυπάνε στη μέση της πλατείας, ανάμεσα σε τόσο κόσμο, έναν άνθρωπο που τους μίλαγε προφανώς ήρεμα. Και να μαζεύουν όποιον δεν τους άρεσε. Κι όλος ο κόσμος, αφού φώναξε όσο μπορούσε, παρέμεινε άναυδος και θυμωμένος και προσβεβλημένος. Βλέπετε, κύριε Δήμαρχε, εκείνοι με τις μαύρες στολές είχαν γκλομπ (τα είδατε φαντάζομαι), είχανε αυτόματα (τα είδα εγώ καθώς περνούσαν δίπλα μου) κι ήταν πολλοί. Και έκαναν σαν να μην έτρεχε τίποτα. Ελάχιστα λεπτά μετά τον ξυλοδαρμό, αστειεύονταν και περνούσαν ωραία με την «παρέα» τους. Εμείς, οι πολίτες κι οι επισκέπτες της Νέας Σμύρνης απλώς δεν μπορούσαμε να πιστέψουμε πόσο αβίαστα έγινε ό,τι έγινε, πόσο απροκάλυπτα χυδαία ξεκίνησε η βία από πλευράς τους, πόσο όταν βλέπεις κάτι τέτοιο, ενστικτωδώς σκέφτεσαι ότι πρέπει να φωνάξεις βοήθεια, ότι αυτοί που πρέπει να σε βοηθήσουν είναι οι αστυνομικοί, μα «στάσου, αυτοί κάνουν την αισχρή αυτή επίθεση»…

Leave a Reply