Καλή χρονιά είπαμε; Δεν είπαμε, αλλά νωρίς το θυμήθηκες θα μου πεις. Δίκιο έχεις, αφού λοιπόν μόλις έφυγε ο πρώτος ο μήνας, τα καλά σου τα εύχομαι για τους υπόλοιπους 11. Γιατί δεν ξέρω για εσένα, εμένα αυτή η ζωή σαν τη μέρα της μαρμότας μου κάνει λίγο. Να μου πεις σιγά, με δυο παιδιά κι άντρα στα ξένα πριν τι έκανες και να σου πω δίκιο έχεις, έκανα όμως όποτε μπορούσα (σπανίως). Τώρα, ούτε μέχρι τα Καλάβρυτα δεν μπορούμε να πάμε (αχ και βαχ που λένε).
Αντί για ταξίδια λοιπόν θα σου πω για τα φοβερά του μήνα που πέρασε σε τίτλους:
Η επανεμφάνιση των σλιπ όβερς: Δεν ξέρω εσύ αν τα κάνεις με παρέα ή με οικογένεια ή αν τα παραδέχεσαι, εμείς τα κάναμε κι οικογενειακά και ως μονάδα. Διότι τι ρεβεγιόν θα κάναμε αν δεν μας φιλοξενούσαν οι φίλοι μας, τι καλά ρούχα θα φοράγαμε, τι βασιλόπιτα θα κόβαμε. Και τα παιδάκια μας πόσο άλλο να παίζουν μεταξύ τους. Έτσι και κοιμηθήκαμε αλλού και πρωινό φάγαμε οι δυο οικογένειες μαζί και βόλτα για άθληση κάναμε. Δεν θα σας πω ότι κρατάγαμε αποστάσεις και φοράγαμε μάσκα, θα σας πω όμως κι ότι και οι δυο οικογένειες διάγουμε βίο προσεκτικό. Επίσης, όταν είναι να πάω να δω τη φιλενάδα μου και φτάνω στην καλύτερη στις 7 τι να το κάνω να φύγω στις 8.30, δεν κάνουμε βάψιμο-κούρεμα, νέα έχουμε να πούμε (αλήθεια υπάρχουν ακόμα νέα, όσο έχουμε ακόμα σχέσεις με άλλους ανθρώπους, έστω κι εξ αποστάσεως). Οπότε απλώνεται η στρωματσάδα κι απλώνεται και η 1,57 αρίδα μου.
Η τσίτα στους δρόμους: Πήρα λοιπόν μια μέρα το τραμ για 4 στάσεις. Και τράκαρε. Όχι πολύ, αλλά κλείστηκε ο δρόμος κανένα 20λεπτο. Κι ο οδηγός που είχε κάνει την παράνομη στροφή αριστερά πάνω στις γραμμές του τραμ, άρα προκάλεσε την όλη φάση, είχε κι αντίλογο (ΕΛΕΟΣ). Και μια εβδομάδα αργότερα παίρνω το λεωφορείο από το Μέγαρο Μουσικής να πάω στον Πύργο Αθηνών. 2 στάσεις, άντε 3. Στα 50 μέτρα παίζει μανούρα οδηγού λεωφορείου με τύπο που πολύ «φυσικά» έχει πάει κι έχει παρκάρει πάνω στη λεωφορειολωρίδα. Ο οδηγός ξεκίνησε ευγενικά να του τη λέει, αφού 2 μέτρα πιο εκεί είχε άνοιγμα για όσους έπρεπε να παραλάβουν συγγενή από το Νοσοκομείο (ήταν η αιτία-δικαιολογία του οδηγού), ο άλλος όχι μόνο δε μετακινήθηκε, αλλά την είπε και στον οδηγό που του κόρναρε. Το ένα έφερε το άλλο, τα ελληνικά τα διαδέχθηκαν γνωστά «γαλλικά» κι ενώ βάζει μπρος να φύγει ο οδηγός του λεωφορείου, βγάζει το κουλό του ο άλλος και κοπανάει το λεωφορείο. Κι εκεί έγινε το μάλε βράσε, κατέβηκαν οι δυο οδηγοί και πιάστηκαν στα χέρια. Κανονικά, κανονικότατα. Εγκλωβισμένη με άλλους 4 επιβάτες μέσα στο λεωφορείο, το μόνο που μου ήρθε να κάνω ήταν να βάζω τις φωνές μήπως τις άκουγαν και χωριστούν. Μπαααα, τους την πέσανε άλλοι δύο, δεν ξέρω από που και τους χώρισαν. Επέστρεψε ο οδηγός στο καθήκον και του κάναμε σαπόρτ οι επιβάτες για να μπορέσει να συνεχίσει τη δουλειά του. Ακόμα δεν το πιστεύω πόσο εύκολα πιάσανε το ξύλο, μάλλον γιατί δεν θα σκεφτόμουν ποτέ το ξύλο, τα «γαλλικά» πάλι, ευκολάκι.
Τα (μικρά) παιδιά πίσω στο σχολείο: Ω! μα τι χαρά και λύτρωση για όλους εμάς, γονείς και παιδιά που για ακόμα δυο μήνες μέναμε αναγκαστικά όλοι μαζί. Κι όσο (μπορεί) να άρεσε το πρώτο σχετικό πείραμα του Μαρτίου-Μαΐου 2020 (εμένα μ’ άρεσε για να πω την αμαρτία μου), άλλο τόσο μπουχτιστικό μας φάνηκε το δεύτερο, σε ανηλίκους κι ενηλίκους. Με την ελπίδα ότι θα φτάσουμε στην Άνοιξη με τα παιδιά μας στα σχολεία, αναμένω να συνεχιστεί το «γουορκ φρομ χοουμ». Γιατί ναι, ομολογώ ότι κι αυτό μου αρέσει. Μπορεί να φαίνεται ελαφρά βλαμμένο όλο αυτό σε κάποιους/ες αλλά αφού είμαι πιο αποδοτική σε όλα τα επίπεδα (η μηχανή) γιατί να με χαλάει λοιπόν;
COVID εμβόλιο: Δεν είμαι ούτε ηλικιακά (όμπβιουσλυ) ούτε επαγγελματικά από τις ομάδες που έχουν ή που πρόκειται να εμβολιαστούν πολύ σύντομα. Ωστόσο, οι γονείς μου είναι άνω των 80 (με δημιούργησαν σε ώριμη ηλικία), τους είχα κάνει κι άυλη από την πρώτη καραντίνα, οπότε έλαβαν το μηνυματάκι τους νωρίς νωρίς, για προγραμματισμό εμβολιασμού μετά 20ημέρου η μητέρα και 10ημέρου ο πατέρας. 🙂