24 ΩΡΕΣ ΜΑΜΑ (ΣΕ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΕΣ «ΔΙΑΚΟΠΕΣ»): ΕΙΡΗΝΗ ΤΣΑΛΗ

36331408_1704498049658478_5884460165977079808_nΕίμαι η Ειρήνη Τσαλή, μητέρα δύο παιδιών, ενός κοριτσιού 5,5 χρόνων και ενός μπέμπη 4,5 μηνών! Μου ζητήθηκε να περιγράψω το εικοσιτετράωρο μου κι εγώ αποφάσισα αυθόρμητα, χωρίς να ρωτήσω κανέναν η αλήθεια είναι, να δώσω έναν τόνο επικαιρότητας σ’αυτό το άρθρο μιας και βρισκόμαστε καταμεσής του καλοκαιριού.

Αυτή την εποχή είμαι σε άδεια μητρότητας. Τι πιο λογικό λοιπόν, θα σκεφτεί κανείς, να πάρω τα παιδιά και να πάω να ξεκαλοκαιριάσω στο εξοχικό, από το να μας τρώει η ζέστη στην Αθήνα, τα γνωστά επιχειρήματα. Ο λατρεμένος μου σύζυγος μας επισκέπτεται τα Σαββατοκύριακα, τις υπόλοιπες μέρες με βοηθάει η θεία μου για να είμαι ειλικρινής, να μην είμαι μόνη μου, κάτι να συμβεί που λένε. Όλα μοιάζουν ειδυλλιακά, μέχρι να ζουμάρει κανείς καλύτερα στο εικοσιτετράωρο μας. Πάμε μια βόλτα.

Το λοιπόν, η μέρα μου ξεκινάει κάπου στις 4 τα ξημερώματα (+/- 2 ώρες τι σημασία έχει πάντα κουτουλάω απο την νύστα ούτως ή άλλως), όταν αποφασίσει ο λεγάμενος να ξυπνήσει για να φάει. Θηλάζω, τον ξαναβάζω στην κούνια του. Κατά τις 8 σκάει μύτη και η λεγάμενη με φιλόδοξα σχέδια για παιχνίδια και δραστηριότητες. Τελικά ξυπνάμε όλοι, καθότι δεν γίνεται να ψιθυρίζουμε επ´άπειρον. Ξαναθηλάζω. Ακολουθούν ένα δισεκατομμύριο δουλειές, η αποθέωση του multitasking από μια καθημερινή Ελληνίδα μάνα. Να φτιάξω πρωινό στην κόρη μου, να αλλάξω πάνα στο μωρό, να βάλω πιπίλες για αποστείρωση, να μαζέψω τα χτεσινά ρούχα από την απλώστρα, να βάλω πλυντήριο πιάτων, να βάλω πλυντήριο ρούχων, να μαγειρέψω κανένα λαδερό (μην φάει το παιδί μου τρίτη μέρα μακαρόνια με κιμά απο την ταβέρνα), να παίξω και λίγο UNO στο ενδιάμεσο που μόλις το αγοράσαμε και έχουμε κολλήσει, να κοιμίσω δεκατιανό ύπνο το μωρό, να ξαναθηλάσω, να βγάλω την πιτζάμα μου κάποια στιγμή, να κόψω φρουτάκια, να ετοιμάσω τσάντα θάλασσας (με όλες τις υποκατηγορίες που συνεπάγεται αυτό), να βάλω αντηλιακό/ μαγιό, να φορτώσω αυτοκίνητο με πράγματα, να ξεκινήσουμε επιτέλους για την θάλασσα…

Έχει πάει 12:00, απαράδεκτη ώρα για παραλία το παραδέχομαι, ωστόσο έχει παχυλή σκιά εκεί που πάμε, θα πω προς υπεράσπιση μου. Κοντεύω να λιποθυμήσω απο την κούραση, έχω κλείσει οχτάωρο ξύπνια, άλλος τελειώνει την βάρδια και πάει να ξεκουραστεί, για μένα μόλις ξεκινάει η «περιπέτεια». Το λες και κοινωνική αδικία. Μαμά, να κάνουμε βουτιές, μαμά να πηδήξουμε τα κύματα, μαμά να μαζέψουμε κοχύλια, μαμά να παίξουμε με το νεροπίστολο, μαμά φέρε πετσέτα, μαμά πεινάω. Γενικώς… ΜΑΜΑ! Ταυτόχρονα, το μικρό φρατζόλι απαιτεί και αυτό το μερίδιο προσοχής που του αναλογεί. Του το δίνω, δίνω ολόκληρο τον εαυτό μου, νομίζω πως δεν έχω άλλο κι όμως βρίσκω…

Κατά τις 4 επιστρέφουμε σπίτι. Αρχίζει ο δεύτερος γύρος multitasking του εικοσιτετραώρου. Να μαζέψω ότι βρεθεί στον διάβα μου, να απλώσω πετσέτες, να πλύνω μαγιό, να κάνω μπάνιο τα παιδιά. Μετά από δυο ώρες η κόρη μου λάμπει με καθαρά ρουχαλάκια, με χτενισμένα μαλλάκια, έτοιμη για φωτογράφιση. Ο μπέμπης αναδύει φρέσκο άρωμα μωρουδίλας, έτοιμος για φάγωμα. Από την άλλη, εγώ είμαι στοιχειωδώς πλυμένη και ντυμένη κι έχω αποφασίσει να καταργήσω τον καθρέφτη για φέτος, έχω κάνει τρομερό ντιλ, είμαι ιδιοφυία.

Κατά τις 6 με παίρνει ο ύπνος, θηλάζοντας καθιστή στον καναπέ, σαλάκι τρέχει στο πλάι. Μέχρι που νιώθω δυο γλυκά χεράκια να αγκαλιάζουν το πρόσωπο μου και να μου ψιθυρίζουν «Μαμά κοιμάσαι;» «Όχι Μυρσίνη μου» «Μου διαβάζεις ένα παραμύθι;» «Ναι, φέρ´ το…»

Στις 7:30 κατεβαίνουμε στο νησί. Παιδική χαρά, πατίνι, παγωτό, καλαμπόκι, βόλτα με το καρότσι. Δίπλα ένα σωρό τουρίστες με προσπερνούν ευδιάθετοι, οι γυναίκες είναι καλοντυμένες, οι άντρες περιποιημένοι, ενώ εγώ έχω αμφίεση πλύστρας και βλέμμα σχιζοφρενούς δολοφόνου με το πριόνι. Τι ωραία που περνάμε στο νησί φέτος, σκέφτομαι, πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας θα’ ναι, πού θα πάει.

Στις 10:00 και τα δυο κοιμούνται αγγελικά στα κρεβατάκια τους. Η μαμά κουκουβάγια ξυπνάει μέσα μου, τι όμορφα παιδάκια που έχω, αναλογίζομαι, τα ξεματιάζω κι ας μην ξέρω ξεμάτιασμα, η καρδιά μου ξεχειλίζει από λατρεία. Κάποια μέρα θα μεγαλώσουν και θα παρακαλάω να κάνουμε μαζί διακοπές, είναι γεγονός. Κι ύστερα τίθεται, το σταθερό και αναλλοίωτο δίλημμα. Να λιποθυμήσω επί τόπου ή να απαντήσω σε κανένα email, να πάρω κανένα τηλέφωνο, να βρω λίγο χρόνο για μένα; Επιλέγω το δεύτερο αν και ξέρω ότι τα ξημερώματα θα το μετανιώνω οικτρά. Το τηλεφωνικό ρεπορτάζ από Αθήνα μεταφέρει πως όλοι πνίγονται στην δουλειά, στο άγχος και ζηλεύουν εμένα που κάνω διακοπές στο νησί. Εγώ πάλι που ζηλεύω τους άλλους που δουλεύουν είναι φυσιολογικό ή να το κοιτάξω; Επίσης, το ξέρω πως ούτε η πρώτη είμαι ούτε η τελευταία που έχει δύο παιδιά, μην το κάνουμε θέμα. Αλλά μήπως είμαι η μοναδική που πιστεύει ότι οι διακοπές σε αυτή την φάση  δεν είναι ξεκούραση; Πάλι καλά που έχω και θυρεοειδή δηλαδή, τουλάχιστον έχω μια ιατρική δικαιολογία για το γεγονός ότι σέρνομαι.

Γύρω στις 12, από όλες τις βασικές λειτουργίες του οργανισμού μου έχει μείνει μόνο η αναπνοή. Είναι η ώρα που γράφω αυτό το κειμενάκι καθώς τα μάτια μου κλείνουν και το κινητό μου γλιστράει από το χέρι. Πέφτει πάνω σε ένα απαλό σύννεφο λανθάνουσας έμπνευσης και περιμένει. Και λίγο πριν παραδοθώ στην αγκαλιά του ύπνου μια τελευταία σκέψη με κατακλύζει. Αύριο είναι μια καινούργια μέρα κι εγώ έχω 24 ώρες προθεσμία να είμαι η καλύτερη μαμά που μπορώ για τα παιδιά μου. Στο νησί, στην πόλη, στις διακοπές ή στην ρουτίνα, 24 ΩΡΕΣ ΜΑΜΑ, σημαίνει ένα αέναο καθημερινό deadline, άκρως απαιτητικό μα και συναρπαστικό συνάμα.

golden-girl2

Η Ειρήνη Τσαλή γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε Λογιστική και Χρηματοοικονομική στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και Real Estate Finance and Investment στο Πανεπιστήμιο Reading της Μεγάλης Βρετανίας. Έζησε κι εργάστηκε αρκετά χρόνια στο Λονδίνο. Είναι παντρεμένη και έχει δύο παιδιά. Το μυθιστόρημά της “Golden Girl” μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μελάνι. 

Leave a Reply