ΠΑΙΔΙΚΟΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ

Πόσο κινδυνεύουν τα παιδιά μας από τον διαβήτη; Η 14η Νοεμβρίου, Παγκόσμια Ημέρα για τον Διαβήτη, έφερε στο προσκήνιο τη νόσο αλλά (ευτυχώς) και τις συντονισμένες επιστημονικές κινήσεις που γίνονται για την αντιμετώπισή της, ιδίως στον παιδικό πληθυσμό. Ο σακχαρώδης διαβήτης, εξήγησε στο Τaλκ η παιδοδιαιτολόγος Ελένη Κουή, αναπτύσσεται όταν ο οργανισμός δεν παράγει αρκετή ινσουλίνη ή όταν δεν τη χρησιμοποιεί αποτελεσματικά. Η ινσουλίνη είναι μία ορμόνη που εκκρίνεται από το πάγκρεας και είναι απαραίτητη ώστε ο οργανισμός να μπορεί να χρησιμοποιήσει την ενέργεια που παίρνει από τις τροφές που καταναλώνουμε. Η έλλειψή της διαταράσσει τη διαδικασία του μεταβολισμού κυρίως των υδατανθράκων (αλλά και επιμέρους λιπών και πρωτεϊνών) με αποτέλεσμα να αυξάνονται τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα.
Υπάρχουν δύο τύποι της νόσου, ο διαβήτης τύπου 1 ή ινσουλινεξαρτώμενος (ο οργανισμός δεν παράγει καθόλου ινσουλίνη και ο ασθενής καλύπτει τις ανάγκες του με χορήγηση ινσουλίνης), και ο διαβήτης τύπου 2. Ο διαβήτης τύπου 1 αφορά το 5-10% των διαβητικών. Εμφανίζεται συνήθως σε άτομα ηλικίας μικρότερης των 40 ετών, με ιδιαίτερη έξαρση ανάμεσα στα 12 και τα 15 έτη, αλλά και στην ηλικία των 30 ετών. Ο διαβήτης τύπου 2 αφορά το 90-95% των ασθενών και εμφανίζεται συνήθως μετά την ηλικία των 40 χρόνων. Στην περίπτωση αυτήν ο οργανισμός δεν χρησιμοποιεί αποτελεσματικά την παραγόμενη ινσουλίνη.
Μέχρι πριν από μία δεκαετία το ποσοστό των εφήβων που παρουσίαζαν τον διαβήτη τύπου 2, δεν ξεπερνούσε το 3%. Σήμερα, η συχνότητα της νόσου στους εφήβους σοκάρει: τέσσερις στους δέκα! Τα παραπανίσια κιλά των παιδιών, οι αλλαγές στον τρόπο ζωής τους, η μειωμένη φυσική δραστηριότητα, τα πολλά και ανθυγιεινά γεύματα, το κληρονομικό ιστορικό, αλλά και το αυξημένο άγχος συνετέλεσαν στην αύξηση αυτήν. Ορόσημο στην παιδική ηλικία για την εμφάνιση της νόσου θεωρούνται τα 10 χρόνια, που σηματοδοτούν και την έναρξη της εφηβείας. Τα περισσότερα περιστατικά εμφανίζονται κατά το μέσον ή το τέλος της εφηβείας. Ομάδες υψηλού κινδύνου αποτελούν τα υπέρβαρα και τα παχύσαρκα παιδιά που έχουν οικογενειακό ιστορικό διαβήτη αλλά και άλλων ασθενειών όπως υπέρταση κ.ά. Ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1 δεν αποτελεί κληρονομική πάθηση με την κλασική έννοια, δηλαδή εάν κάποιος από τους γονείς πάσχει από τη νόσο δεν τη μεταβιβάζει οπωσδήποτε στα παιδιά του. Αυτό το οποίο μεταβιβάζεται είναι κάποια γονίδια που αυξάνουν την προδιάθεση για νόσο. Δυστυχώς, ο διαβήτης τύπου 2 «εγκαθίσταται» στα παιδιά με ύπουλο τρόπο, δηλαδή χωρίς να δίνει τα κλασικά συμπτώματα της πολυουρίας ή της πολυδιψίας ή της απώλειας βάρους.

Τα κύρια συμπτώματα του σακχαρώδη διαβήτη είναι:
1    Πολυφαγία
2    Απώλεια βάρους σώματος
3    Πολυουρία
4    Πολυδιψία
5    Ταχύπνοια
6    Άσχημη μυρωδιά αναπνοής.

Τις περισσότερες φορές υπάρχει έντονη συμπτωματολογία υπεργλυκαιμίας (πολυδιψία, πολυουρία και ανεξήγητη απώλεια βάρους) μαζί με πολύ υψηλές τιμές σακχάρου (>200mg/dl). Στην περίπτωση αυτήν το παιδί τρώει κανονικά αλλά το σάκχαρο της τροφής δεν εισέρχεται στα κύτταρα για να του προσφέρει ενέργεια και συσσωρεύεται στο αίμα. Αυτό με τη σειρά του οδηγεί σε μετακίνηση νερού από τα νεφρά (πολυουρία). Στις μικρότερες ηλικίες αυτό εκδηλώνεται με πιο βαριές πάνες ή, στα μεγαλύτερα, παιδιά με έντονη διούρηση κατά τη διάρκεια της νύχτας. Εφόσον λοιπόν ο οργανισμός χάνει μεγάλες ποσότητες υγρών, το παιδί διψά πολύ, οπότε και έχουμε το σύμπτωμα της πολυδιψίας. Οι θερμίδες που καταναλώνει το παιδί χάνονται στα ούρα (τα σάκχαρο που δεν μπορεί να εισέλθει στα κύτταρα) οπότε και αρχίζει η πολυφαγία, χωρίς όμως αύξηση σωματικού βάρους, αλλά αντίθετα σε απώλεια και αίσθηση κόπωσης και εξάντλησης.

Η αντιμετώπιση
Δεν υπάρχει ένας μόνον τρόπος για να αντιμετωπίσεις τον διαβήτη: αυτό το «αξίωμα» ακολουθούν πλέον οι ειδικοί για να θωρακίσουν τους μικρούς ασθενείς. Το κάθε παιδί έχει τις ιδιαιτερότητές του. Έτσι, η έμπειρη θεραπευτική ομάδα (παιδίατρος, διαβητολόγος, διαιτολόγος, ψυχολόγος) εξατομικεύει την αγωγή με βάση τις ανάγκες αλλά και τις προτιμήσεις της οικογένειας. Διατροφή, άσκηση και χορήγηση ινσουλίνης είναι οι τρεις πυλώνες επάνω στους οποίους χτίζεται η θεραπεία. Το πλάνο διατροφής είναι εξατομικευμένο και προσαρμοσμένο στο σχήμα ινσουλινοθεραπείας του παιδιού καθώς και στις καθημερινές του δραστηριότητες. Γενικά, το παιδί που πάσχει από διαβήτη θα πρέπει να μάθει από πολύ μικρό να ζει με την ιδιαιτερότητά του αυτήν. Θα πρέπει να αναγνωρίζει τα προειδοποιητικά σημάδια του οργανισμού (υπογλυκαιμία, υπεργλυκαιμία) και να φροντίζει από τον εαυτό του. Τα διαιτολόγια που δίνονται στα άτομα με διαβήτη δεν είναι τόσο περιοριστικά όσο φαίνονται με μια γρήγορη ματιά. Η διατροφή θα πρέπει να βασίζεται σε φαγητά με μικρή περιεκτικότητα σε ζάχαρη, λιπαρά και αλάτι, να περιέχει φρούτα και λαχανικά σε καθημερινή βάση, καθώς και τροφές πλούσιες σε φυτικές ίνες όπως το ψωμί, τις πατάτες, τα ζυμαρικά και το ρύζι. Αναλόγως, οι βασικές διατροφικές ανάγκες ενός διαβητικού παιδιού δεν διαφέρουν από αυτές των συνομηλίκων του. Είναι απαραίτητα τα τρία βασικά γεύματα την ημέρα (πρωινό, μεσημεριανό, βραδινό) καθώς και ενδιάμεσα 1-2 μικρογεύματα. Είναι απαραίτητη η κατανάλωση υδατανθράκων με τη μορφή ζυμαρικών, ρυζιού, πατάτας, δημητριακών, οσπρίων, φρούτων και λαχανικών, ιδίως όταν έχει προηγηθεί δόση ινσουλίνης. Όπως όλα τα παιδιά, έτσι και αυτά με διαβήτη πρέπει να είναι προσεκτικά με την κατανάλωση γλυκισμάτων, χυμών και έτοιμων γευμάτων. Η λήψη πρωτεΐνης πρέπει να εξασφαλίζεται από άπαχο κρέας και γαλακτοκομικά χαμηλά σε λιπαρά.

INFO: Ο όρος διαβήτης ουδεμία σχέση έχει βεβαίως με το γεωμετρικό όργανο. Η ρίζα του είναι η λέξη «διαβαίνω» και αποδίδεται στη διαπίστωση του Αρεταίειου από την Καππαδοκία για τις μεγάλες ποσότητες υγρών που «διάβαιναν» όλο το σώμα σε κάποιους ανθρώπους. Είκοσι αιώνες μετά οι διάδοχοι του Αρεταίειου κατανόησαν το φαινόμενο, ότι η μεγάλη κίνηση των υγρών στον ανθρώπινο οργανισμό οφειλόταν στο αυξημένο σάκχαρο στο αίμα.

Leave a Reply