ΣΧΟΛΕΙΟ: ΔΗΜΟΣΙΟ Ή ΙΔΙΩΤΙΚΟ;

Η επιλογή σχολείου αποτελεί δίχως άλλο μια καθοριστική γονεϊκή απόφαση. Δημόσιο ή ιδιωτικό; Μια καθηγήτρια της δημόσιας και ένας καθηγητής της ιδιωτικής εκπαίδευσης μας λένε την άποψή τους

Άρτεμη Παύλου,  Καθηγήτρια σε δημόσιο σχολείο
Να ξαναδώσουμε στη δημόσια παιδεία το χαμένο κύρος της

Η παιδεία, ως κοινωνικό αγαθό, είναι δημόσια και δωρεάν και αυτό δεν πρέπει να αμφισβητείται από κανέναν. Προφανώς, εντός του καπιταλιστικού συστήματος, υπάρχει και η ιδιωτική παιδεία και η ιδιωτική παραπαιδεία. Η άνθησή τους οφείλεται εν μέρει σε εμάς τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς, που δεν αγαπάμε όλοι το λειτούργημά μας, το αντιλαμβανόμαστε ως  δουλειά προς διεκπεραίωση και συχνά στρέφουμε με το «βόλεμά μας» τους γονείς προς τα ιδιωτικά σχολεία. Το αποτέλεσμα; Η πλήρης απαξίωση, κοινωνικά, της δημόσιας παιδείας και η «θεοποίηση» της ιδιωτικής ως ανώτερης.
Σε αυτά θέλω να προσθέσω το πλήγμα που δέχτηκε η δημόσια παιδεία τα τελευταία χρόνια εξαιτίας της ραγδαίας αύξησης του αριθμού των αλλοδαπών και της ταυτόχρονης έλλειψης κρατικής εκπαιδευτικής πολιτικής ένταξης των μικρών μεταναστών. Από τη στιγμή που οι σχολικές αίθουσες γέμισαν με παιδάκια που δεν γνώριζαν τη γλώσσα και που ο εκπαιδευτικός δεν πήρε σχεδόν καμιά κατευθυντήριο, η διδασκαλία πήγε πολύ πίσω. Σε αυτό ήρθε να προστεθεί ο ρατσισμός και η ξενοφοβία ορισμένων γονέων που, ως λύση, επέλεξαν να γράψουν τα παιδιά τους σε ιδιωτικό σχολείο. Έτσι, μέσα σε ελάχιστα χρόνια, η εικόνα του δημόσιου σχολείου στη χώρα μας τσαλακώθηκε όσο ποτέ στην ιστορία της. Ας μην ξεχνάμε, βέβαια, ότι τα τελευταία χρόνια υπήρχε μια πλασματική ευημερία στην ελληνική κοινωνία, που μας οδήγησε στην κατάσταση που είμαστε σήμερα, και ο κάθε «σωστός» γονιός όφειλε να έχει τζιπ και να στέλνει το παιδί του σε ιδιωτικό σχολείο.
Με άλλα λόγια, η ιδιωτική εκπαίδευση έπαψε να είναι προνόμιο μιας οικονομικοκοινωνικής ελίτ και έγινε προσιτή στον μέσο Έλληνα γονιό που, χωρίς δεύτερη σκέψη, την ενέταξε στην καθημερινότητα των παιδιών του. Τώρα, όμως, η κατάσταση έχει αλλάξει. Ο μέσος Έλλην γονιός δεν έχει πλέον ενεργές πιστωτικές κάρτες, ώστε να πληρώσει τα δίδακτρα του ιδιωτικού σχολείου. Πιθανότατα, και δυστυχώς, δεν έχει καν δουλειά. Ως κοινωνία πληρώνουμε την αλαζονεία και τα συμπλέγματα κατωτερότητας των ύστερων μεταπολιτευτικών χρόνων. Και αυτό κοστίζει ακριβά σε ψυχολογικό επίπεδο, τόσο στους ενήλικες όσο και στους μαθητές, που βλέπουν ξαφνικά να καταρρέει η ζωή τους ως γίγας με πήλινα πόδια.
Αν, επομένως, θέλουμε να βοηθήσουμε ουσιαστικά τα παιδιά μας να δημιουργήσουν το μέλλον που τους αξίζει, πρέπει να δώσουμε –κράτος, εκπαιδευτικοί και γονείς– με κοινές δράσεις και πολιτικές, στη δημόσια παιδεία το χαμένο κύρος της, να την αναγάγουμε εκ νέου σε κοινωνικό αγαθό και να ωθήσουμε τη νέα γενιά να ανθήσει μέσα σε ένα υγιές εκπαιδευτικό, μη εμπορικό περιβάλλον. Κάτι τέτοιο θέλει πολλή δουλειά, αλλά νομίζω ότι αξίζει να προσπαθήσουμε.

Γιάννης Σαμαράς,  Καθηγητής στην ιδιωτική εκπαίδευση
Η ιδιωτική εκπαίδευση εξασφαλίζει καλύτερη ποιότητα παιδείας

Το ότι κανείς δεν θα έπρεπε να πληρώνει για να διδαχτεί, με βρίσκει σύμφωνο, αλλά εν μέρει. Δυστυχώς, ζούμε σε μια χώρα με πολλά προβλήματα στην οποία, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, η δημόσια εκπαίδευση ψυχορραγεί. Πού οφείλεται αυτό; Κατ’ αρχάς, στις λανθασμένες πολιτικές πρακτικές χρόνων. Αλλά και στην άκριτη εισροή πολλών ξένων μαθητών και στην αδιαφορία και στο βόλεμα των διορισμένων στο Δημόσιο εκπαιδευτικών. Όλο αυτό πρέπει να αλλάξει, αλλά –όσο και να το λέμε– δεν αλλάζει. Και ιδιαίτερα μέσα στην οικονομική κρίση, όταν τα εκπαιδευτικά κονδύλια είναι μειωμένα.
Η ιδιωτική εκπαίδευση δεν αποτελεί μεν πανάκεια, αλλά σίγουρα εξασφαλίζει στα παιδιά μας μια καλύτερη ποιότητα παιδείας. Το επιχείρημα ότι καλοί και κακοί καθηγητές υπάρχουν παντού, τόσο στη δημόσια όσο και στην ιδιωτική εκπαίδευση, μπορεί να ισχύει σε ένα πρώτο επίπεδο, αλλά ο εκπαιδευτικός-εργαζόμενος σε ιδιωτικό σχολείο ξέρει ότι αν δεν κάνει σωστά τη δουλειά του, θα τη χάσει. Άρα εργάζεται με όλες του τις δυνάμεις και μάλιστα σε συνθήκες που του επιτρέπουν να εργαστεί με όλες του τις δυνάμεις. Από την άλλη, ο μαθητής γνωρίζει ότι ο γονιός του πληρώνει και επομένως σέβεται περισσότερο τον χώρο στον οποίο βρίσκεται και φροντίζει να αποδώσει για να δικαιώσει τη γονεϊκή επιλογή. Σπάνια χάνονται διδακτικές ώρες από καταλήψεις ή/και απεργίες. Οι κτιριακές εγκαταστάσεις είναι τις περισσότερες φορές καλύτερες από τις αντίστοιχες των δημόσιων σχολείων. Εργαστήρια, γυμναστήρια, θέατρα, αίθουσες δραστηριοτήτων, μεγάλες αυλές είναι απαραίτητα συστατικά για μια ολοκληρωμένη εκπαιδευτική διαδικασία και δυστυχώς ελάχιστα είναι εκείνα τα δημόσια σχολεία που διαθέτουν σήμερα μια άρτια υλικοτεχνική υποδομή. Επίσης ας μην ξεχνάμε ότι δυστυχώς στα δημόσια σχολεία δεν προβλέπονται, τουλάχιστον ακόμα, θέσεις ψυχολόγων ή κοινωνικών λειτουργών. Με αποτέλεσμα, στην Ελλάδα της κρίσης, οι ήδη επιβαρημένοι συναισθηματικά, λόγω ηλικίας, έφηβοι να αφήνονται στην τύχη τους ή στην καλή θέληση λίγων και καλών συναδέλφων μου, που αντιλαμβάνονται όντως την εργασία τους ως λειτούργημα. Στα ιδιωτικά σχολεία, η παρουσία ψυχολόγου είναι δεδομένη και λειτουργεί συμπληρωματικά ως προς την εκπαιδευτική διαδικασία και βοηθητικά τόσο στα παιδιά όσο και στους γονείς τους. Κατά τη γνώμη μου, λοιπόν, υπό τις παρούσες συνθήκες, που δεν φαίνεται να αλλάζουν, ακόμα κι αν ο γονιός δεν έχει πλέον την οικονομική ευκολία που είχε στο πρόσφατο παρελθόν, αξίζει ακόμα και να στερηθεί άλλα αγαθά της καθημερινότητάς του, προκειμένου να μπορέσει να παράσχει στο παιδί του το σημαντικότερο δώρο και εφόδιο στη ζωή του: μια παιδεία με γερές βάσεις, στο πλαίσιο ενός υγιούς εκπαιδευτικού περιβάλλοντος.

Leave a Reply