ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΤΡΙΒΙΖΑΣ: «ΠΛΗΡΩΝΟΥΜΕ ΤΟΝ ΕΓΩΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ ΜΑΣ»

Η κουβέντα με τον Ευγένιο Τριβιζά σε ταξιδεύει σε τόπους μαγικούς, σαν να ανεβαίνεις πάνω σε ένα μαγικό χαλί που γλιστράει ανάμεσα σε χρώματα, μυρωδιές και αλλόκοτα πλασματάκια. Τα βιβλία του σε στέλνουν σε χώρες ανεξερεύνητες και γοητευτικές, στη χώρα των Χαμένων Χαρταετών, στο Νησί των Πυροτεχνημάτων, στη Φρουτοπία, κ.ά. Αυτοί είναι οι κόσμοι που χρόνια τώρα γεννούνται από τη φαντασία του Ευγένιου Τριβιζά, του αγαπημένου παραμυθά μικρών και μεγάλων.

Θα μας πείτε λίγα λόγια για τη νέα σας σειρά “Εμπρός λοιπόν όλοι μαζί”; (εκδ. Μεταίχμιο)
Πρόκειται για μια νέα σειρά τεσσάρων ρυθμικών παραμυθιών (Ο Άβυ το κουνάβι και η Φιφίτσα η νυφίτσα, Η Ρενάτα η γάτα με τη ροζ ριγέ γραβάτα, Ο Χάρυ το μοσχάρι και το μαγικό λυχνάρι, Η Κούλα η κατσικούλα με την κόκκινη κουκούλα), που τα έγραψα ειδικά για να διαβάζονται από μεγάλους σε μικρούς και από μικρούς σε μεγάλους. Ο ένας πίσω από τον άλλον, μια σειρά από παραμυθένιους χαρακτήρες, ξεκινούν για μια περιπετειώδη αναζήτηση διαφορετική σε κάθε βιβλίο. Στο πρώτο βιβλίο της σειράς,για παράδειγμα, ο Άβυ το κουνάβι που μετράει τ’ αστέρια κάθε βράδυ, ο Βικέντιος το βόδι που ξεφλουδίζει ένα γινωμένο ρόδι, ο Μπίκι-Μπέκι το γελαστό λελέκι που μασουλάει ένα πεντανόστιμο μπουρέκι, η Μίνα η ερμίνα που φυσάει μια ασημένια σερπαντίνα, η Φιόνα η χελώνα που φοράει ένα σκουριασμένο σουρωτήρι για κορόνα και ένας κέφαλος που τον τρελαίνει ο πονοκέφαλος, ξεκινούν όλοι μαζί ένα ηλιόλουστο πρωί για το θαυμαστό λιβάδι αποφασισμένοι να μαδήσουνε μια μαργαρίτα και να μάθουνε ποιον αγαπάει η Φιφίτσα, η όμορφη νυφίτσα με την κεντητή ποδίτσα.

Από πού εμπνέεστε όλα αυτά τα χρόνια τόσες παιδικές ιστορίες;
Αρκεί ένα χρώμα, ένας ήχος, μια σκιά για να πυροδοτήσει τη φαντασία. Τα ηλιοτρόπια της Ισπανίας, οι σαύρες του Αγίου Δομίνικου, οι μπουκαμβίλιες της Πλάκας, οι υπόνομοι του Αμβούργου, οι κόκορες της Ντελαγκράτσια, οι κάκτοι της Αριζόνας, όλα αυτά έχουν εμπνεύσει ιστορίες μου. Μια άλλη πηγή είναι τα λάθη που κάνω όταν γράφω βιαστικά ή που βλέπω όταν διορθώνω τα δοκίμια των βιβλίων μου. Για παράδειγμα είχα δει σε ένα τυπογραφικό δοκίμιο τη λέξη «λυκοπατάτες» αντί «γλυκοπατάτες» και αυτό μου έδωσε την έμπνευση για πατάτες που, όταν τις τρως, γίνεσαι λύκος.

Ποια δική σας ανάγκη σας ώθησε στη συγγραφή παιδικών παραμυθιών και ποια ανάγκη συντηρεί τόσα χρόνια αυτήν την υπερδραστηριότητά σας ώστε να την εξασκείτε παράλληλα με την εγκληματολογία;
Όταν ήμουν μικρός και κάποιο παραμύθι που μου διάβαζαν έφτανε στο τέλος του και άκουγα το «και ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα» αισθανόμουν προδομένος. «Αυτοί» μπορεί να ζούσανε καλύτερα, εμένα όμως με εγκαταλείπανε στα κρύα του λουτρού. Προσπαθούσα, λοιπόν, να φανταστώ τι θα συνέβαινε αν συνεχιζόταν η ιστορία. Άλλοτε έδινα τις πρώτες βοήθειες στον νικημένο δράκο, άλλοτε προσπαθούσα να βρω πού κρύβεται ο όγδοος παραμελημένος νάνος, άλλοτε να μαντέψω ποιο ήταν το τελευταίο όνειρο που έβλεπε η Ωραία Kοιμωμένη προτού ξυπνήσει, άλλοτε να βρω τον τσαγκάρη που είχε φτιάξει τα παπούτσια του Παπουτσωμένου Γάτου. Αυτή η λαχτάρα να μην τελειώνει ποτέ ένα παραμύθι που μου άρεσε έγινε η αφορμή για να αρχίσω να γράφω τα δικά μου.

Υπάρχει ένας πρότυπος «οδηγός» ανάγνωσης των παιδικών βιβλίων; Ποια θα ήταν μια συμβουλή προς τους νεαρούς αναγνώστες σας αλλά και μια προς τους γονείς τους;
Οι γονείς να επιλέγουν βιβλία τα οποία απολαμβάνουν και οι ίδιοι. Η έννοια της συναπόλαυσης είναι καθοριστική. Αν οι γονείς διαβάζουν στο παιδί μια ιστορία που αφήνει τους ίδιους αδιάφορους, σαν να πρόκειται για αγγαρεία, το παιδί το αντιλαμβάνεται ή το διαισθάνεται και αντιδρά ανάλογα. Αν όμως χαίρονται και διασκεδάζουν οι ίδιοι με την όλη διαδικασία, τότε είναι πολύ πιο πιθανόν να μεταδώσουν στο παιδί την αγάπη για το διάβασμα. Για να γοητευτεί ένα παιδί από ένα παραμύθι πρέπει να το πιστέψει; Μικροί και μεγάλοι για να απολαύσουμε κάτι δεν είναι απαραίτητο να πιστέψουμε ότι είναι αλήθεια. Αρκεί να αναστείλουμε προσωρινά τη δυσπιστία μας και να το δεχόμαστε σαν να ήταν αλήθεια. Όταν παρακολουθούμε, για παράδειγμα, ένα κινηματογραφικό έργο μπορεί να κλαίμε και να συγκινούμαστε, ενώ ξέρουμε πολύ καλά ότι πρόκειται για μυθοπλασία.

Πώς κρίνετε τις σημερινές παιδικές τηλεοπτικές εκπομπές;
Με καταθλιπτικά λίγες εξαιρέσεις, η πολιτιστική δίαιτα των παιδιών κυμαίνεται από το βαρετό στο τοξικό, από το ανούσιο στο ψυχοφθόρο, ένα βραδείας δράσεως κοινωνικό δηλητήριο. Όταν υποτιμάμε την πολιτιστική μας παραγωγή για τα παιδιά, αναπόφευκτα προκύπτουν κάποια στιγμή κοινωνικά προβλήματα. Πληρώνουμε, δηλαδή, και θα συνεχίσουμε να πληρώνουμε, το τίμημα του εγωισμού και της αδιαφορίας μας. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο απαιτείται μία δραστική και επείγουσα πολιτιστική μετάγγιση δυνάμεων, κονδυλίων και ταλέντων από τον χώρο των ενηλίκων στον χώρο των παιδιών.

Leave a Reply