ΣΕ ΠΟΙΟΝ ΑΝΗΚΕΙ ΤΟ ΔΩΡΟ

Η παραμυθού Ζωή Νικητάκη μάς εύχεται καλή χρονιά με ένα παραμύθι μου που δημοσιεύτηκε πριν λίγες ημέρες στο περιοδικό ποίησης “Λύκος” και προέρχεται από ένα βιβλίο που ετοιμάζει! “Σε ποιον ανήκει το δώρο;”
Μια ιστορία παλιά ήρθε το πουλί το αηδόνι από τη χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου να τραγουδήσει και την κλωστή της την κόκκινη να ξετυλίξει… Που λέτε το λοιπόν, μια φορά κι έναν καιρό, ναι, τότε που οι άνθρωποι μπορούσαν να πετούν ψηλά μονάχα με την σκέψη τους, ζούσε ένας πολεμιστής σπουδαίος. Και λένε πως ήτανε σπουδαίος πραγματικά, γιατί παρά την προχωρημένη ηλικία του, δεν είχε χάσει στάλα από τη νεανική ικμάδα και τη θέρμη στο σώμα και στο πνεύμα του, την αγωνιστικότητα και τη ζέση της φλόγας στην καρδιά του και μπορούσε να νικήσει οποιονδήποτε σε μάχη τον προκαλούσε.
Η λευκή γενειάδα και τα μαλλιά του που λευκογαλάζιζαν, θύμιζαν από του χρόνου το διάβα τριχιές ή κλαριά δέντρου παράξενου. Μα και το δέρμα του που θύμιζε κορμό γέρικου δέντρου, δυσκόλευε τους επίδοξους αντιπάλους του να μαντέψουν τη κρυμμένη δύναμη του πνεύματός του που τα εμπόδια του χρόνου και του σώματος του φυσικού μπορούσε να υπερβεί. Η φήμη του έφτανε απ΄άκρη σ΄άκρη του τόπου εκείνου και πολλοί έλεγαν πως μπορεί να ήτανε και εκατόν πενήντα χρόνων, ίσως μάλιστα και ακόμα πιο πολύ, μιας και υπήρχαν εκείνους τους χρόνους κάποιοι σοφοί που έφταναν μα και ξεπερνούσανε την ηλικία τούτη.
Κάτεχαν λένε τα μυστικά της σοφίας του κόσμου τούτου από την αυγή του χρόνου μα και και της λησμονημένης σοφίας από κόσμους άλλους που λιγοστοί στη χώρα μα και στον πλανήτη τα κλειδιά τα μαγικά είχαν ανακαλύψει και κατακτήσει. Τα κλειδιά που θύρες πολλές ανοίγουν στο μονοπάτι που οδηγεί στη φώτιση. Πολλά ακούγονταν για τον σπουδαίο πολεμιστή και καθώς μερικές φορές η φήμη ταξιδεύει πιο γρήγορα κι απ΄τον άνεμο, πολλοί μαθητές έρχονταν για να μαθητεύσουν πλάι του και στα μυστικά της τέχνης του να μυηθούν.
Και ο καιρός περνούσε, οι κερασιές άνθισαν αμέτρητες φορές και άλλες τόσες έχασαν τα πολύτιμα, λεπτοφυή και ευωδιαστά τους άνθη. Αμέτρητες φορές τα πνεύματα των δέντρων χόρεψαν τελετουργικά στης ανθοφορίας τις ιερές γιορτές, ώσπου μια μέρα ξεχωριστή, σαν τη σημερινή, που εσύ κι εγώ συνομιλούμε μέσα από την ιστορία τούτη, ένας ασήμαντος πολεμιστής έφτασε στην πόλη, αποφασισμένος να είναι αυτός που τον σπουδαίο δάσκαλο θα νικούσε. Ο ασήμαντος εκείνος πολεμιστής μαζί με την δύναμή του είχε ομολογουμένως ένα διόλου ασήμαντο χάρισμα, να εντοπίζει τις αδυναμίες του αντιπάλου του κάθε φορά. Περίμενε πάντα τον αντίπαλο υπομονετικά και για όσο χρειαζόταν μέχρι να κάνει την πρώτη κίνηση, αποκαλύπτοντας έτσι την αδυναμία του και μετά, σε ανύποπτη στιγμή του έκανε επίθεση ανελέητη με ταχύτητα τρομερή. Λένε πως ο πρώτος γύρος της μάχης ήταν τις πιο πολλές φορές κι ο τελευταίος γύρος για τους αντιπάλους του. Κανείς στ΄αλήθεια πια δεν υπάρχει για να πει αν κάποιοι είχαν αντέξει και πέραν του πρώτου εκείνου γύρου της μάχης.
Παρά τις συμβουλές και προτροπές των μαθητών του, ο γέρος δάσκαλος δέχτηκε με χαρά την πρόκληση του νεαρού πολεμιστή. Έλαβαν τις θέσεις τους, ο ένας απέναντι από τον άλλον, και πριν καλά καλά προλάβουν να κάνουν τον τελετουργικό χαιρετισμό με υπόκλιση, ο νεαρός πολεμιστής άρχισε να πετάει χούφτες από χώμα στον γέρο πολεμιστή και να τον φτύνει επανειλημμένως στο πρόσωπο. Και τούτη η προσβλητική συμπεριφορά συνεχίστηκε για ώρες πολλές με κάθε δυνατό τρόπο από τη μεριά του νέου. Μα ήρθε κάποια στιγμή που οι κατάρες κι οι προσβολές με τα λόγια μα και με τις πράξεις έφτασαν πια στο τέλος τους, εξαντλήθηκαν από την περισσή τη χρήση τους. Ο γέρος πολεμιστής όλη την ώρα παρέμεινε ατάραχος κι ασάλευτος σαν την πέτρα, ή σαν το άγαλμα, κι ας λένε πως έρχεται κάποια στιγμή που ως και τ΄αγάλματα λυγίζουν. Ο γέρος πολεμιστής υπέμενε στωικά με απέραντη υπομονή και αταραξία ανεκδιήγητη, μέχρι που ο νεαρός πολεμιστής εξουθενώθηκε στο τέλος από την τόση προσπάθειά του και αναγνωρίζοντας την ήττα του, έφυγε ντροπιασμένος χωρίς πίσω του να γυρίσει να κοιτάξει και χωρίς τίποτα να πει.
Οι μαθητές του γέρου πολεμιστή, παραξενεμένοι, γεμάτοι απορία και μια μικρή φλούδα απογοήτευσης στην άκρη των χειλιών τους, μαζεύτηκαν γύρω του και τον ερώτησαν: “Μα, πως δάσκαλε, άντεξες τέτοιον εξευτελισμό; Πως κατάφερες να τον διώξεις δίχως μάχη να χρειαστεί να γίνει; Πως;” “Εάν κάποιος σου προσφέρει ένα δώρο, κι εσύ αρνηθείς να το δεχτείς”, αποκρίθηκε ο δάσκαλος, “σε ποιον ανήκει τότε το δώρο;” 
1233372_713654988650977_826151115_n

Leave a Reply