ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2013

Αυτόν τον μήνα δεν θέλω να μιλήσω για παιδιά. Θέλω να μιλήσω για φίλες. Για αυτές που ήταν πάντα εκεί. Στο διπλανό θρανίο, στις πιλoτές τα απογεύματα, στα σκαλάκια απέναντι από το φροντιστήριο αγγλικών, στην άλλη άκρη του τηλεφώνου, στα πρώτα ξενύχτια και στις πρώτες διακοπές. Στις φωτογραφίες που στόλιζαν το γκρίζο δωμάτιο της φοιτητικής εστίας και σε αυτές που είναι κολλημένες στο ψυγείο. Για αυτές που έκλαψαν από χαρά σε εκκλησίες και μαιευτήρια, που κουβαλάνε χαρτόκουτα σε μετακομίσεις και πλένουν τα πιάτα μετά από νυχτερινές κραιπάλες. Για αυτές που βαφτίζουν η μία τα παιδιά της άλλης για να δεσμεύσουν την αιώνια παρουσία τους (και από αγάπη). Για αυτές που καταλαβαίνονται χωρίς να μιλήσουν, που ξέρουν το αγαπημένο μου χρώμα, το αγαπημένο μου φαγητό, το αγαπημένο μου τραγούδι, αυτό που με γεμίζει και ό,τι με αδειάζει.
Αλλά και για αυτές που εμφανίστηκαν μετά. Στις πόρτες των παιδικών σταθμών, στα πρώτα παιδικά πάρτι, στα παγκάκια της παιδικής χαράς, στις κερκίδες των γυμναστηρίων και των γηπέδων. Τις «από κάτω» και τις «απέναντι». Που σου ζητάνε κρεμμύδια και λεμόνια και πλαστικά καρεκλάκια για το παιδικό πάρτι, που παραλαμβάνουν τα παιδιά από τα σχολικά αν χρειαστεί και τα κοιμίζουν με υπνόσακους στα σπίτια τους. Για αυτές που κάθονται δίπλα μου σε καναπέδες και χαλιά τα βροχερά απογεύματα και προσπαθούν να πιουν μια γουλιά καφέ στα διαλείμματα των «μη», «πιο σιγά» και «μη μαλώνετε» και «κατέβα από τον καναπέ». Για αυτές που μου πασάρουν περίτεχνα τα αχνιστά τσιγάρα όταν πλησιάζουν τα παιδιά τους. Τα παιδιά τους που μεγαλώνουν μπροστά και στα δικά μου μάτια. Που ακούνε σε συνωμοτικά και χαριτωμένα παρατσούκλια. Τσακώνονται και τα ξαναβρίσκουν. Που περπατούν χέρι χέρι στο γεφυράκι που ενώνει τις μέρες τους και χωρίζει τα βράδια τους.
Για τις φίλες μου λοιπόν που χτυπάνε κάθε μέρα την πόρτα για να κατέβει το παιδί μου. Και το παιδί που έχω μέσα μου…

Leave a Reply