ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2012

Από το Πάσχα των παιδικών μου χρόνων θυμάμαι τη γιαγιά Μαρκέλλα να με πηγαίνει στην εκκλησία το Μεγάλο Σάββατο νωρίς το πρωί, νηστική (το δεύτερο χειρότερό μου), για να κοινωνήσω. Στον Αϊ-Γιάννη στη Βουλιαγμένης, λοιπόν, μαζί με τον γλυκύτατο παπα-Αντώνη, λειτουργούσε και ένας νεαρός ιερέας από την Αιθιοπία (το πρώτο χειρότερό μου). Η ουρά που σχηματιζόταν μπροστά του τη στιγμή της θείας κοινωνίας ήταν -για να το θέσω ευγενικά-εξαιρετικά θορυβώδης. Για την ακρίβεια,οι συνομήλικοί μου κοινωνούντες πλάνταζαν στο κλάμα. Και εγώ μαζί τους. Θυμάμαι λοιπόν χαρακτηριστικά να χτυπάω τα πόδια μου με πείσμα στο πάτωμα και να λέω «δεν πάω, τον φοβάμαι». Ο συμπαθέστατος ιερέας χαμογελούσε στωικά. Και ήταν εκεί κάθε Κυριακή. Δεν θυμάμαι πότε έπαψα να τον «φοβάμαι». Όταν όμως στην πρώιμη ενήλικη ζωή μου ανακαλούσα την ανάμνηση, θύμωνα πολύ. Θύμωνα με τον εαυτό μου και με τους γονείς μου που δεν με είχαν μάθει να μην τον «φοβάμαι». Ντρεπόμουν αναδρομικά για το πόσο άσχημα μπορεί να τον έκανα να αισθάνεται… και υποσχόμουν ότι δεν θα αφήσω ποτέ τα παιδιά μου να συμπεριφερθούν αναλόγως. Βέβαια, δεν ήξερα τον τρόπο.
Η αλήθεια είναι ότι δεν χρειάστηκε. Γιατί, σχεδόν τριάντα χρόνια μετά, τα πράγματα έχουν αλλάξει και τα παιδιά μας το γνωρίζουν πολύ καλύτερα από όσο εμείς νομίζουμε. Αγκαλιάζουν καθημερινά το κοσμοπολίτικο πεπρωμένο τους όταν σου ζητάνε να τους κάνεις μικρά κοτσιδάκια σαν αυτά της μελαψής Μάρθας, όταν σου λένε ότι θέλουν να παντρευτούν τον Ντανιέλ, ή όταν έρχονται θυμωμένα μετά από καβγά με τον Αλί. Παρ’ όλα αυτά εμείς οι γονείς τους σε ποσοστό 15% δηλώνουμε, στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, πως θα ψηφίσουμε ένα από τα τρία κόμματα που εκφράζουν -στον έναν ή τον άλλον βαθμό- φοβικές έναντι του άλλου απόψεις. Η ηθική του 21ου αιώνα όμως μας καλεί επιτακτικά να ζήσουμε μαζί με τους άλλους, χωρίς να τους απορρίψουμε αλλά και χωρίς να τους αφομοιώσουμε. Η πραγματικότητα των σύγχρονων κοινωνιών, σε συνδυασμό με την τεράστια μεταναστευτική ροή προς την Ελλάδα, μας καλεί να στοχαστούμε πάνω στην ικανότητά μας να δεχόμαστε νέες μορφές ετερότητας.
Και να μάθουμε και στα παιδιά μας να το κάνουν. Ή μήπως να μάθουμε από αυτά;
Η Julia Kristeva γράφει πως «ο ξένος μάς κατοικεί, είναι η κρυμμένη πλευρά της ταυτότητάς μας, ο τόπος όπου ερημώνεται η κατοικία μας,ο χρόνος κατά τον οποίον ναυαγούν η συναίνεση και η συμπάθεια. Αναγνωρίζοντάς τον μέσα μας, αποφεύγουμε να τον μισήσουμε». Για να έρθουμε λοιπόν πιο κοντά, πρέπει να «αποξενωθούμε», πρέπει να μάθουμε να δεχόμαστε την ετερότητα γενικώς, την ξενότητα όπως έλεγε και ο σερ Φρόιντ. Νιώθοντας ξένοι μέσα στον εαυτό μας, μπορούμε να σταθούμε για λίγο δίπλα και όχι απέναντι στους άλλους.
Τις μέρες που έρχονται, ας θυμηθούμε πως ο απόστολος Παύλος κήρυξε τον Λόγο του Θεού σε μετανάστες εργάτες. Αυτοί έγιναν οι πρώτοι χριστιανοί. Ξένοι…

Leave a Reply