ΠΑΣΧΑ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ

Πάσχα στο χωριόΈρχονται οι μέρες που το μικρό χωριό, μιλάμε για πολύ μικρό, κάπου στην ορεινή Πελοπόννησο, με το ερειπωμένο σχολείο, τον σιδηροδρομικό σταθμό -που δεν λειτουργεί πια αλλά έχει παρατημένα βαγόνια για εξερεύνηση- και το καφενείο που βροντάνε τα πούλια από το τάβλι, παίρνει την εκδίκησή του.
Ανθίζουν τα λουλούδια του, έρχονται οι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους, οι δευτερότριτες γενιές όσων κατοικούσαν στα πέτρινα δωμάτια με το τζάκι και θέα την εκκλησία γαντζωμένη πάνω στον λόφο, στα πολύ στενά δρομάκια για τα άλογα κατρακυλάνε ρόδες από πατίνια και ποδήλατα, τα χορτάρια ισοπεδώνονται από τις μπάλες και οι γάτες τρώνε με βουλιμία κάτι μοντέρνες λιχουδιές αγορασμένες από το σούπερ μάρκετ της πιο κοντινής μεγάλης πόλης.
Αυτά τα μικρά χωριά δίνουν στα παιδιά μια μεγάλη αίσθηση ελευθερίας.
Κι ενώ το μόνο διάστημα συμπάθειας που πέρασα με το χωριό του μπαμπά μου ήταν από τα 11 μέχρι τα 15, γιατί κάναμε πάρτι και εξορμήσεις και μαζευόμασταν στην πλατεία μέχρι αργά και είχαμε κιθάρες, και σταθμό πειρατικό και φλερτ και κουτσομπολιά, το βλέπω τώρα να ξαναγυρίζει περήφανο και αγέρωχο στα Σαββατοκύριακα, τις αργίες και τις εκδρομές μου, ο μικρός παράδεισος του γιου και της κόρης μου, απαλλαγμένος από τους «κινδύνους» της δικής μας καθημερινότητας, αλλά ακόμα περισσότερο από τα άγχη της.
Εκεί λοιπόν που σούφρωνα τη μύτη μου, το ευγνωμονώ το σπίτι του μπαμπά μου σε αυτό το χωριουδάκι. Και το αγαπώ τελικά, γιατί καταγράφει στο μυαλό των παιδιών μου αναμνήσεις από ατελείωτες ώρες ξεγνοιασιάς και αγκαλιές με ζώα, από χιονοπόλεμους και τρεχαλητά σε λουλουδιασμένους κάμπους, από αλεπούδες και κουνάβια, από ποδοβολητά, από φωνές, από μπουγέλα.
Ο παράδεισος του γιου μου, που αναμαλλιασμένος μού στριγκλίζει στο ακουστικό ότι εκεί, στη μικρή τελίτσα της Πελοποννήσου, εκεί θέλει να πάει σχολείο, εκεί να μεγαλώσει και εκεί να κάνει παιδιά, γιατί μπορεί από τώρα να τα κάνει όλα μόνος του εκεί: να πηγαίνει με το ποδήλατο στο καφενείο μόνος του, να κάνει μπουγάδα τα ρούχα του στην αυλή και να ξενυχτάει όσο θέλει τα βράδια, μόνο εκεί, και αν μπορεί από τώρα να περνάει τόσο υπέροχα εκεί να φανταστώ μόνο τι θα γίνει όταν θα μεγαλώσει.
Δεν θέλω να του πω ότι πιθανόν θα τον πνίξει η ανία και το σκοτάδι του χειμώνα, και μάλλον και ο χωριατόκοσμος σαν θηλιά, γιατί καθόλου δεν τον αφορά τώρα. Για τώρα, για όσο, ο παππούς είναι ο βασιλιάς και το χωριουδάκι που γεννήθηκε εκείνος το βασίλειό τους, και όταν παππούς και εγγόνια κατηφορίζουν με γαλότσες, τραγούδια και κουβάδες στα αμπέλια για τώρα, για όσο, εγώ είμαι ευτυχισμένη.
Καλό Πάσχα, σε όποια τελίτσα του χάρτη και αν προσγειωθείτε φέτος. Για όσο.

Leave a Reply