ΚΥΠΕΛΛΑΚΙ ή ΧΩΝΑΚΙ;

Είναι η βαφτιστήρα μου. Ένα υπέροχο ροζ παιδάκι, από άλλη εποχή λες. Αν η μητέρα της επιχειρούσε να την ντύσει με δαντέλα και οργάντζα, σίγουρα θα την περνούσαν για πορσελάνινη κούκλα. Καιρό παρακαλούσα να έχω μία ολόκληρη ημέρα ολοδικιά μου μαζί της. Η ευκαιρία επιτέλους δόθηκε και ούτε καν ως παροχή. Θα ήταν ανακούφιση, μου είπαν οι γονείς της, αν κατάφερνα να την απασχολήσω ολόκληρη την Παρασκευή, προκειμένου εκείνοι να φροντίσουν συγγενικό τους πρόσωπο που αντιμετωπίζει πρόβλημα υγείας. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη τύχη από το να εκπληρώνεις επιθυμία προσφέροντας ταυτόχρονα και εξυπηρέτηση.
Η Αλεξάνδρα είναι χαριτωμένη, γκρινιάζει σπανίως, είναι πολύ έξυπνη και την ελκύει οτιδήποτε καινούργιο. Ιδανικό παιδί για να περάσεις ευχάριστα. Και έτσι κύλησε η μέρα μας μέχρι το απογευματάκι που, μπροστά σε μία βιτρίνα-ψυγείο, η ροζ μικρούλα με κόλλησε πραγματικά στον τοίχο.
«Κυπελλάκι ή χωνάκι;» τη ρώτησα.
«Παρότι βάζουν πιο λίγο παγωτό στο χωνάκι, θα το προτιμήσω γιατί μου αρέσει το μπισκότο», απάντησε αποφασιστικά.
Επτά χρόνια ζωής είναι αρκετά για να σε κάνουν… άνθρωπο, σκέφτηκα.
Δύο μπάλες λοιπόν. Δεν πρόλαβα να ρωτήσω ποιες και η βαφτισιμιά μου συνέχισε: «Δεν θα πάρω παρφέ, διότι είναι πολύ παχύ και δεν σου δίνει τη δροσιά του παγωτού. Θα αποφύγω επίσης τις γεύσεις από κόκκινα φρούτα γιατί μου θυμίζουν αντιβιοτικά, και σίγουρα δεν θέλω τα ‘‘δήθεν’’».
«‘‘Δήθεν’’ τι εννοείς;» ρώτησα
«Να, ρε νονά, δεν βλέπεις; Έχει γεύση τσουρέκι, χαλβά… αν ήταν έτσι τρώγαμε τα αληθινά».
Η κοπέλα πίσω από το ψυγείο διασκέδαζε, αλλά περίμενε.
«Δεν μας λες τώρα τι θα πάρεις, καρδούλα μου; Μέχρι τώρα ακούσαμε τι δεν θες».
H Αλεξάνδρα με κοίταξε με προκλητικό ύφος: «Μπορεί να μη μου αρέσει πολύ τελικά κανένα από τα παγωτά εδώ».
Κοίταξα την ποικιλία. Ποτέ δεν είχα δει τόσες γεύσεις και χρώματα μαζί.
«Πάρε μια απόφαση», της λέω, «δεν είναι σοβαρό να έχουμε την κοπέλα τόση ώρα να περιμένει. Θα πάρεις σίγουρα παγωτό; Μη γίνεσαι κουραστική».
«Νονά, σου θυμίζω τη μαμά, τον μπαμπά και εσένα, εκείνο το βράδυ στο σπίτι που συζητούσατε τι θα ψηφίσετε».
Η ροζ Αλεξάνδρα μού φάνηκε ξαφνικά κόκκινη και ο σχολιασμός της μου άφησε μια γεύση αντιβίωσης.
«Λοιπόν», είπα για να φύγω από την αμηχανία, «εγώ θα πάρω μόκα-φιστίκι».
«Και εγώ τα κλασικά βανίλια-σοκολάτα» αποφάσισε και εκείνη.

Leave a Reply