ΚΑΤΣΑΡΟΛΕΠΤΑ

«Στον επόμενο τόνο η ώρα θα είναι δώδεκα και δεκατέσσερα και τριάντα δευτερόλεπτα»: από τις πρώτες μου τηλεφωνικές επικοινωνίες. Τότε, που σχημάτιζες στο βαρύ καντράν με τα μικρά δαχτυλάκια το νούμερο δεκατέσσερα και αμέσως η μαγνητοφωνημένη, επιβλητική γυναικεία φωνή μετρούσε το κύλισμα της ώρας ανά δέκα δευτερόλεπτα. Την καλούσα σχεδόν όποτε ξέφευγα από την επιτήρηση των ενηλίκων. Έλα όμως που τα δευτερόλεπτα εγώ τα άκουγα «κατσαρόλεπτα», με συνέπεια σε όλη τη μετέπειτα ζωή μου, κάθε φορά που ακούω ή προφέρω τη σωστή –βέβαια πλέον– λέξη, να «βλέπω» στην άκρη του μυαλού μου μια στοίβα άπλυτες κατσαρόλες.
Αγώνα έχω κάνει να αποσυνδέσω τα μαγειρικά σκεύη από την υποδιαίρεση της ώρας. Μάταια. Η σύγχυση της παιδικής ηλικίας, η μικρή αυτή λακκούβα, μπαίνει μπροστά μου, μεγεθύνεται και γίνεται χοάνη έτοιμη να με καταβροχθίσει κάθε φορά που προσπαθώ να απαντήσω στο ερώτημα: Η σκέψη οδηγεί τη γλώσσα, ή μήπως η γλώσσα έχει τη δύναμη να τορνεύσει τη σκέψη;
Δεν είναι καθόλου απλό. Μπορεί ο λόγος να εκφράζει τις έννοιες, να γίνεται η πένα του μυαλού, ή το βέλος των συναισθημάτων, αλλά έχει και τη δύναμη να στάξει στο μυαλό μας λίπασμα, μέλι ή δηλητήριο.
«Να την εκμεταλλευτούμε την Ελένη αφού βρίσκεται σε τέτοια θέση», μου είπε ανερυθρίαστα κοινή μας φίλη, εννοώντας προφανώς να της ζητήσουμε να μας βοηθήσει. Δεν κοιμήθηκα όλη τη νύχτα. Πού είχε κουρνιάσει το κακό; Στη γλώσσα που, ανεκπαίδευτη, δεν μπόρεσε να αποδώσει την έννοια; Ή, μήπως, η λέξη «εκμεταλλευτούμε» κρυβόταν καλά στη σκέψη και ο λόγος την πρόδωσε;
Πόσες φορές έχετε ακούσει ένα παιδάκι να λέει «σε μισώ» και κανείς να μην του ζητάει διευκρινίσεις; Τι θέλει να πει; Μήπως ότι είναι θυμωμένο; Ότι αδικήθηκε; Ότι θα ήθελε να έχει τη δύναμη να σε δείρει ή να σε εξαφανίσει για όση ώρα τουλάχιστον του θυμίζεις τον εκνευρισμό που του προκάλεσες. Είναι πολλές οι ερωτήσεις που θα δώσουν διέξοδο στη σκέψη του, έκφραση στο συναίσθημά του, αλλά ταυτόχρονα θα ξεριζώσουν και μια ταμπέλα που είναι ικανή να το εγκλωβίσει σε όλη τη ζωή του.
Σε κανέναν δεν αρέσει να χάνει την απόλυτη προσοχή και είναι φυσικό, όταν ένα δεύτερο παιδί προστεθεί στην οικογένεια, το πρωτότοκο να νιώθει τις ισορροπίες του να διαταράσσονται. Μια μικρή ανασφάλεια το κυριεύει. Κάτι καινούργιο εισβάλλει στη ζωή του. Θέλει χρόνο να το αξιολογήσει και να προσαρμοστεί.
«Ο Μεγάλος ζηλεύει τρομερά τον μικρό», διατυμπανίζουν μερικές μητέρες. Και ο Μεγάλος, με μάτια ορθάνοιχτα, κάνει με την καθοδήγηση της μανούλας του την πρώτη του βουτιά στα λασπόνερα της ψυχής.
Τα Χριστούγεννα πλησιάζουν. Γύρω από τη στολισμένη φάτνη η αγάπη θα γίνει για λίγες ημέρες και πάλι πρωταγωνίστρια. Ας τυλίξουμε πρώτα τη γλώσσα μας με αυτήν. Και αυτή ξέρει να βρει τον δρόμο της για την ψυχή.

Leave a Reply