Η ΑΠΛΗ ΜΕΘΟΔΟΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ

Μεγάλωσα σε μία οικογένεια με τρία παιδιά και μετρούσα τα πάντα ως συνάρτηση του τρία. Τρία χρόνια για να γίνω και γω από τους «μεγάλους» στο Δημοτικό και άλλα τρία για να πάω επιτέλους στο Γυμνάσιο. Τρία «πέτρινα» χρόνια που έμοιαζαν ατελείωτα (κανείς δεν ήθελε να κάνει παρέα με τον γιο του γυμνασιάρχη) και που το μόνο τους επίτευγμα είναι ότι με οδήγησαν σε μία ακόμα τριετία εξοντωτικής μελέτης για τις πανελλήνιες εξετάσεις του ’97. Θα μπορούσα να συνεχίζω για σελίδες ολόκληρες, αλλά νομίζω πως μπήκατε στο νόημα.
Τώρα πια –στα 33 μου– μου είναι σχεδόν αδύνατον να θυμηθώ τον εαυτό μου μόλις τρία χρόνια πριν.
Το να κοιμάμαι έως τις 12 το μεσημέρι και να ξημερώνομαι έως τις 3 το πρωί στην Αβραμιώτου και την Κολοκοτρώνη μοιάζει τώρα πια σαν ένα μακρινό όνειρο. Ένα μακρινό, άχαρο όνειρο. Λίγο μετά γεννήθηκε ο πρώτος μας γιος. Όλα αυτά σταμάτησαν από τη μία μέρα στην άλλη και έδωσαν τη θέση τους σε αυτό που κάποιοι θα αποκαλούσαν ευτυχία, εγώ όμως ήξερα πως ήταν απλώς η ζωή μου που μόλις είχε αρχίσει. Έναν χρόνο παρά μία εβδομάδα αργότερα γεννήθηκε κι ο δεύτερος γιος μας. Όλοι όσοι μας είχαν τότε συγχαρεί, σαν συνεννοημένοι, συνόδευαν τις ευχές τους με την ίδια πάντα λέξη: «Ξεμπερδέψατε!»
Δεν ήθελα σε κανέναν να χαλάσω την προσωπική του εικόνα για την ιδανική οικογένεια. Όπως δεν μπορούσα και να μη χαμογελάω από αυτήν τη βαθιά ικανοποίηση που νιώθει κάποιος τη στιγμή που διαψεύδει τους πάντες, όταν πριν από λίγους μήνες ανακοίνωσα στους φίλους μας πως στις αρχές του Μάρτη περιμένουμε το τρίτο μικροσκοπικό μέλος της οικογένειας. Και μπορώ να είμαι διπλά χαρούμενος γιατί ήθελα πάρα πολύ ένα κοριτσάκι αυτήν τη φορά. Κι όσο κι αν αδημονώ για αυτά που επιφυλάσσουν τα χρόνια που έρχονται, δεν μπορώ να αντισταθώ, λίγες ημέρες πριν από το μεγάλο γεγονός, στον απολογισμό των χρόνων που πέρασαν.
Λίγοι θα με καταλάβουν όταν λέω πως τα τρία τελευταία χρόνια, όσο δύσκολα κι αν έμοιαζαν στην αρχή, πέρασαν μέσα στην ίδια γλυκιά γαλήνη που περιβάλλει ένα μωρό που κοιμάται. Και με έκαναν ξανά να νιώσω αυτήν τη σκανδαλιάρικη διάθεση ενός παιδιού που ανακαλύπτει τον κόσμο. Μέσα σ’ αυτά τα τρία χρόνια δεν σταμάτησα να σκέφτομαι και να ευγνωμονώ τον δικό μου πατέρα και να νιώθω μία ανεξήγητη πληρότητα κάθε φορά που αντίκριζα τη συνύπαρξη αυτών των τριών γενεών. Τρία χρόνια που κορυφώνονται εδώ, στα 33 μου χρόνια, τον τρίτο μήνα του ’12 με τον ερχομό του τρίτου παιδιού μας. Ποιος μπορεί λοιπόν να με κατηγορήσει που βλέπω παντού αυτόν τον αριθμό; Ποιος τολμά να αμφισβητήσει την τόσο καθοριστική σημασία τού τρία στη ζωή μου; Ίσως εγώ, σε λίγα χρόνια, όταν θα έχω παθιαστεί με τον αριθμό τέσσερα.

Leave a Reply