Ο ΠΛΑΝΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΣΠΟΤΗΣ ΜΑΜΑΣ

Είδα τις προάλλες ένα ωραίο όνειρο. Ήμουν με το μωρό μου σε ένα σύμπαν «τρυφεροκατάστασης» και ανάμεσά μας δεν υπήρχε τίποτα. Στον περίγυρο άλλες μαμάδες. Όλες κουλ, υποψιασμένες, ψυχαναλυμένες και εντάξει με την πάρτη τους. Στον πλανήτη της αδέσποτης μαμάς δεν υπήρχαν κίνδυνοι, ούτε και μπόγιας. Δεν υπήρχαν πρίζες, σκάλες, ντουλάπια με χασαπομάχαιρα, ετοιμόρροπες αλήθειες, επιβαλλόμενες τακτικές, ψευτοπεποιθήσεις, ανάποδες αξίες.
Σ’ αυτόν τον πλανήτη δεν υπήρχαν ακόμα: γιαγιάδες, παππούδες, πεθερές, θειάδες, ξαδέρφια και άλλες «μανουλομάνες» έτοιμες να δώσουν συμβουλή και χωρίς να τις ρωτήσεις. Για να είμαι ειλικρινής, δεν θυμάμαι να υπήρχαν και σύζυγοι? και αν υπήρχαν, ήταν τόσο συγκαταβατικοί που ήταν σαν να μην υπήρχαν (οπότε μάλλον δεν θα υπήρχαν). Μεγαλώναμε τα παιδιά μας σε μια κατάσταση «ώριμου» χύμα, ένα μεταχίπικο στάδιο ελευθερίας χωρίς πρέπει, μα με κανόνες. Κοντολογίς κάναμε τους αυτοσχεδιασμούς μας, τα δικά μας λάθη, τα δικά μας σωστά. Υπήρχε ένας γόνιμος πειραματισμός και δεν υπήρχε κρίση. Αχ, ναι, αυτό, δεν υπήρχε κρίση –όχι οικονομική–, δεν υπήρχε κάποιος να σε κρίνει.
Ξύπνησα από το επίμονο ξυπνητήρι, δηλαδή τον Κωνσταντίνο, που ήθελε να φάει στις πέντε τα ξημερώματα, και ξύπνησα από την κακή πλευρά του κρεβατιού και όλη την ημέρα ήμουν στραβωμένη που δεν υπάρχει αυτός ο πλανήτης. Κι εκεί με έπιασε μια μελαγχολία και βάλθηκα να ακούω γαλλικά τραγούδια. Για έναν αδιευκρίνιστο λόγο ο Joe Dassin δεν αρέσει στον Κωνσταντίνο και έκλαιγε γοερά. «Et si tu n’existais pas». «Και αν δεν υπάρχεις, για μένα υπάρχεις» έλεγε το τραγουδάκι, και μάλλον αναφερόταν σε εκείνες τις ανάλαφρες μέρες μου που, ενώ πέρασαν ανεπιστρεπτί, κάνω σαν να είναι εδώ.
«Αυτή η μητρότητα θα μας ξεκάνει» λέμε με άλλες ομοϊδεάτισσες στη μητρότητα. Με τις «συντρόφισσες» έχουμε καταλήξει ότι πέρα από τον ντουβρουτζά που σου πέφτει στο κεφάλι τον πρώτο χρόνο, που όλα είναι καινούργια και πρέπει να μάθεις μόνη σου τους κανόνες ενός παιχνιδιού που όλο αλλάζει, πρέπει να βρεις τρό-πο να ισορροπήσεις και με τους άλλους. Να τους πεις «αυτό είναι το παιδί μου και θα το μεγαλώσω όπως νομίζω», ακόμα και αν ακουστείς σαν κτητική σκύλα που απειλεί κάποιος τα κουτάβια της. Δεν είναι ότι θέλω να είμαι μόνο εγώ και ο Κωνσταντίνος, τύπου «εσύ και εγώ, εγώ και εσύ, μόνοι πάνω στη γη», αλλά όπου μπλέκουν πολλά κοκόρια αργεί να ξημερώσει? και δεν το λέω εγώ, το λέει ο σοφός λαός. Όλοι κάτι ξέρουν και κυρίως υπάρχει αυτή η τάση τού «να προσθέσω κάτι…» Ποιος μίλησε για πρόσθεση; Αφαίρεση χρειάζεται. Κάποιος να πάρει κάτι από το πολύ που έχει πέσει πάνω μου. Ευσεβείς πόθοι.
Η μητέρα μου είναι η πρώτη σε συμβουλές. Σε ό,τι λέει ξεκινά: «Ξέρω εγώ, δύο παιδιά μεγάλωσα» και εκεί δαγκώνεσαι γιατί θες να της πεις ότι το ένα παιδί «c’est moi» και σκάλωσε σε διάφορα στάδια του μεγαλώματος. Εκείνη επιμένει: μεγάλωσε δύο παιδιά. Και οι φίλες της μεγάλωσαν μια ντουζίνα, και έτσι εμπλέκονται και αυτές, που τώρα είναι και εκείνες γιαγιάδες και υπάρχει μια κόντρα με τα μωρά. Το δικό μου το εγγόνι κάνει αυτό, το δικό σου τι κάνει; Τι γιαούρτι δίνετε εσείς, τι γιαούρτι δίνουμε εμείς.
Ο πατέρας μου είναι καρτεσιανός άνθρωπος, λογικός. Με το εγγόνι του ξεχνάει την εσωτερική σοφία, γίνεται κάτι άλλο. Τις προάλλες μού είπε φοβικά ότι αν δεν προσέχω το παιδί στη σκάλα θα πέσει και θα έχουμε συμφορά. Εγώ, πάλι, δεν ήξερα με τι να πρωτοσκαλώσω: που με θεωρεί μάνα που θα το αφήσω να πέσει από τη σκάλα, που εκείνος έγινε ετοιμοκίνδυνος, ή με τη λέξη «συμφορά» που σ’ αυτό το σπίτι δεν είναι ευπρόσδεκτη.
Το πράγμα σε καθηλώνει. Δεν έχεις ιδέα γιατί ενώ εσύ λες «δεν» θέλω ο Κωνσταντίνος να φάει σοκολάτα, βρίσκεται με ένα κομμάτι σοκολάτα στο χέρι. «Και εσάς σας κακομάθαινε ο παππούς και η γιαγιά» ακούς με γέλια. Ω, ναι, το τέλος της λογικής είναι οι άλλοι και οι παρεμβάσεις στο μεγάλωμα του δικού σου μωρού. Για να μη μιλήσω για τον sweet daddy. Τον γνωρίζεις, λες ψηλός είναι, τριγωνικές πλάτες έχει, θεληματικό πιγούνι, ωραίο χαμόγελο, τύπος Άρλεκιν. Μαθαίνεις για τις αγαπημένες του ταινίες, τα αγαπημένα του φαγητά, την αγαπημένη του μουσική, δεν συζητάτε όμως εκεί στα πρώτα σας ραντεβού «αν κάνουμε παιδί πώς θες να το μεγαλώσουμε». Κακώς, κάκιστα. Τι σε νοιάζει αν του αρέσει το Scarface; Σε νοιάζει αν έχετε κοινά θέλω στον τρόπο που θα μεγαλώσει το βλαστάρι σας. Γιατί αν το παιδί μεγαλώσει με διγνωμία – δηλαδή τι διγνωμία, τριγνωμία– το πιθανότερο είναι να σου βγει ζαβό ή να σου μοιάσει. Τον τελευταίο καιρό, όταν πέφτω στο κρεβάτι ζορίζομαι να ξαναδώ το ίδιο όνειρο. Ναι, θέλω εκείνον τον πλανήτη που η μαμά γίνεται μια πανάρχαιη σοφή μάνα, κάνει τα δικά της ακολουθώντας το ένστικτό της και κανείς δεν βγάζει τσιμουδιά.

Leave a Reply