Η ΜΕΛΩΔΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΡΧΙΑΣ

Σπίτι ακατάστατο, σπίτι ζωντανό. Μια κάλτσα εδώ, μια πιπίλα εκεί, ένα μαξιλαράκι παραπέρα. Μια οικογένεια μπροστά στο τζάκι, ένα παραμύθι στα χείλη, ένας λεκές στον καναπέ, λίγα ψίχουλα στο πάτωμα κι ένα «μαμά» που βάζει σε τάξη όλη μου τη ζωή…

«Playdate» γράφει η σατινέ πρόσκληση με τα χρυσά γράμματα και τις ανάγλυφες καρδούλες. Πάμε. Εγώ και οι λιλιπούτειοι άνθρωποί μου σε συσκευασία χαράς. Χτυπάω κουδούνι. Δεν ανοίγει οικοδέσποινα περικυκλωμένη από φατσούλες πασπαλισμένες με σοκολάτα, ούτε ακούω λατρεμένα τσιρίγματα και παιδικές φωνές. Δύο Φιλιππινέζες, με λευκή στολή, μου αρπάζουν τα παιδιά από το χέρι την ίδια στιγμή που μία τρίτη με οδηγεί στο σαλόνι των μαμάδων. Γελάκια, κουλουράκια, τσαγάκια, κεράκια κι ένα κατάλευκο μαρμάρινο τζάκι που δεν έχει ανάψει ποτέ. Κρυώνω. Κάνει ζέστη κι εγώ κρυώνω στη θέα του «διακοσμητικού» που δεν γνώρισε ποτέ τη ζεστασιά μιας φλόγας. Μου σερβίρουν τσάι, ανούσιες κολακείες και μια αποστειρωμένη θέα: γυμνοί τοίχοι, απάτητα χαλιά, αστραφτερά κρύσταλλα, χρυσοποίκιλτα σκρίνια, ορφανά από νεογέννητες φωτογραφίες και παιδική αταξία. Πού πήγαν άραγε τα παιδιά μου; Σε ποια απάτητα υπόγεια τα έχουν μπουντρουμιασμένα; Κι αν τα έχουν βάλει να καθαρίζουν τον ναό της τάξης; «Ω, καλή μου, μην ανησυχείς! Τα παιδιά τα απασχολούν ειδικοί παιδαγωγοί». Φωνή χαμηλή, φωνή ρηχή. Χωρίς νεύρο, χωρίς ένταση, χωρίς αγωνία. Όλα είναι τακτοποιημένα, καλή μου. Και το σπίτι, και τα παιδιά. Θέλω να τα δω. «Όχι, καλή μου. Οι ειδικοί λένε ότι δεν πρέπει να μπλεκόμαστε στο παιχνίδι των παιδιών. Ότι μόνο έτσι θα γίνουν αυτόνομα». Τρελιάζω. Θέλω να δω τώρα τα παιδιά μου, θέλω να κυλιστώ μαζί τους στο πάτωμα, θέλω να «βάψω» τα χέρια μου με σοκολάτα και να αλείψω σπιθαμή προς σπιθαμή τους λευκούς τοίχους του ανακτόρου τους. Δεν το λέω, μα το καταλαβαίνουν.
Η κυρία οικοδέσποινα κάνει νεύμα σε μία τέταρτη Φιλιππινέζα που με οδηγεί βουβά στα υπόγεια διαμερίσματα. Ησυχία. Νεκρική, απόλυτη, γερασμένη. Ρίχνω κλεφτή ματιά. Είκοσι φατσούλες κάθονται βαριεστημένες γύρω από δύο «παιδαγωγούς» που φτιάχνουν κουλουράκια με… χειρουργικά γάντια. Δεύτερο βλέμμα στα χέρια των μικρών και τρέμουλο στα δικά μου: «Ξέρετε, τα παιδιά πρέπει πάντα να φοράνε γαντάκια όταν καταπιάνονται με λάδια, ζάχαρες και ζύμες». Το playdate της comme il faut ψυχαγωγίας δεν επιτρέπει αταξίες, δεν συγχωρεί ζημιές, δεν σηκώνει φωνές, ούτε σερβίρει «διαβολεμένα» πατατάκια και ακατάλληλες νοστιμιές. Μπροστά στα πεινασμένα μουτράκια παρελαύνουν δίσκοι με καρότα, αγγούρια, ανάλατους κεφτέδες και νερόβραστες πατάτες.
Προφασίζομαι μία ξεχασμένη υποχρέωση, αρπάζω τους λιλιπούτειους ανθρώπους μου και τρέχω. Τρέχω σαν τρελή για το σπιτάκι μας, το σοκολατόσπιτο, όπου ο Χάνσελ και η Γκρέτελ μου μπορούν να γευτούν όλες τις λιχουδιές του κόσμου, επειδή απλώς είναι Σάββατο. Κι όπως κάθε Σάββατο, επιτρέπονται όλες οι αταξίες και όλες οι ατασθαλίες του κόσμου. Επειδή είναι Σάββατο θα γίνω ξανά η κακιά μητριά, ο κακός ο λύκος, η άσχημη γριά του Χάνσελ και της Γκρέτελ μόνο και μόνο για να τα δω να τρέχουν ξεκαρδισμένα και αλαφιασμένα από τα γέλια. Μετά, θα παίξουμε μαξιλαροπόλεμο κι όταν κουραστούμε θα απλώσουμε τις πλαστελίνες στο πάτωμα και θα φτιάξουμε ένα χαλί από «δέκα χιλιάδες είκοσι δύο χρώματα, μαμά!» Λίγο μετά, θα ζωγραφίσουμε παντού μ’ εκείνα τα μαγικά χρώματα που φεύγουν με νερό από τοίχους και πατώματα κι αργότερα θα βάλουμε τέρμα μουσική και θα χορέψουμε πάνω σε καναπέδες και τραπέζια. Ύστερα θα πεινάσουμε. Ο μπαμπάς κι ο γιος θ’ ανάψουν το τζάκι, η μαμά και η κόρη θα αλείψουν τις μπριζόλες με ρίγανη και «τότσο δα λάδι» κι όλοι μαζί θα τις πετάξουμε στο τζάκι παρέα με αμαρτωλά λουκάνικα, κρεμμύδια, ντομάτες, πατάτες και πιπεριές. Κι όταν η κοιλιά γίνει λοφάκι από το φαγητό, θα τη γλυκάνουμε με σοκολατένια τούρτα και γλυκό του κουταλιού που έφτιαξε η γιαγιά. Θα ξαπλώσουμε όλοι μαζί μπροστά στο τζάκι και από τη μικρή μας οθόνη θα παρελάσει όλος ο κόσμος του Disney.
Ναι. Θα φάμε και πατατάκια με ρίγανη και θα σβήσουμε τη δίψα μας με «ποτοκαλαδίτσα χωρίς ανθακικό». Ναι. Είναι Σάββατο, και το Σάββατο επιτρέπονται τα πάντα. Γιατί αυτά τα εξαιρετέα «τα πάντα» θα αποτελέσουν τις πιο γλυκές αναμνήσεις των παιδικών χρόνων των μικρών μου. Η αταξία, οι φωνές, οι ζημιές, συνώνυμα μιας ελευθερίας που η δική μας φυλακισμένη στα «πρέπει» καθημερινότητα είναι ανίκανη να τους προσφέρει, είναι για εκείνα χαρά ζωής κι εγώ οφείλω να τους τη χαρίσω ακόμη κι αν σπάσει το καλό μου βάζο ή λεκιάσει το ακριβό μου χαλί. Τα Σάββατα, οι πύλες ανοίγουν, οι καγκελόπορτες ξεκλειδώνουν, τα σίδερα λιώνουν και η ζωή μου φωτίζεται από την ανέμελη και ανέφελη λάμψη των πιο σπάνιων θησαυρών μου. Τα κοιτάζω να κείτονται αποκοιμισμένα στο πάτωμα και η καρδιά μου χτυπά ευτυχισμένη κι ελεύθερη. Όπως τότε που ήμουν παιδί. Όπως τότε όπου όλα έμοιαζαν ελεύθερα και τα πάντα δυνατά. Τα σηκώνω απαλά στην αγκαλιά μου για να τα πάω στα κρεβατάκια τους. Ανοίγουν βλέφαρο και ταυτόχρονες φωνούλες με ικετεύουν: «Μαμά, να κοιμηθούμε μόνο σήμερα στο τόοοσο μεγάλο σας κρεβάτι;» Να κοιμηθείτε. Κλείνω τα φώτα και σπρώχνω τα ψίχουλα κάτω απ’ το χαλί. Αύριο τα ψίχουλα. Σήμερα έχει ζωή…

26 Σχόλια

  1. Αννα 7 Μαΐου, 2016
  2. μαρια 4 Δεκεμβρίου, 2013
  3. nikos 3 Δεκεμβρίου, 2013
    • Penelope 3 Δεκεμβρίου, 2013
  4. Penelope 3 Δεκεμβρίου, 2013
  5. mimis 3 Δεκεμβρίου, 2013
  6. kely 3 Δεκεμβρίου, 2013
  7. xristos 3 Δεκεμβρίου, 2013
  8. elli 2 Δεκεμβρίου, 2013
    • Penelope 2 Δεκεμβρίου, 2013
  9. Penelope 2 Δεκεμβρίου, 2013
  10. Νίκος 1 Δεκεμβρίου, 2013
  11. lona 30 Νοεμβρίου, 2013
  12. Aspa 30 Νοεμβρίου, 2013
  13. ΜΖ 30 Νοεμβρίου, 2013
  14. Χριστίνα 30 Νοεμβρίου, 2013
  15. Georgia 28 Νοεμβρίου, 2013
    • Δώρα Φ. 1 Δεκεμβρίου, 2013
  16. Hara 28 Νοεμβρίου, 2013
  17. romina 28 Νοεμβρίου, 2013
    • Κατερινα Ψαλλίδα 28 Νοεμβρίου, 2013
    • Margarita 28 Νοεμβρίου, 2013
      • Δώρα Φ. 1 Δεκεμβρίου, 2013
    • Δήνητρα 30 Νοεμβρίου, 2013
  18. Maria 28 Νοεμβρίου, 2013
    • Spiridoula 30 Νοεμβρίου, 2013

Leave a Reply