ΦΙΛΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ

Η Μαρία και η Αλεξάνδρα είναι πρόσφατες φίλες μου, με παλιά αγάπη όμως. Και οι δύο, μαμάδες τεσσάρων κοριτσιών: της Αντωνίας και της Εύας – της Θεοφανίας και της Ελένης. Μικρά τα κορίτσια τους, στο δημοτικό. Όσο διαρκεί η σχολική χρονιά οι φιλενάδες μου είναι ακριβοθώρητες. Όταν θέλουμε να βρεθούμε σημαίνει συναγερμός: «Είναι Τρίτη, η μεγάλη έχει βόλεϊ, η μικρή έχει να κάνει αντιγραφή την ορθογραφία», η Αλεξάνδρα. «Η Αντωνία έχει αγγλικά, η Εύα έχει ίωση», η Μαρία. Ξεκινούν διαβουλεύσεις, διαπραγματεύσεις, συνδυασμοί προσώπων, γιαγιάδων, νονών, νταντάδων. Με τα πολλά, βρίσκεται η χρυσή τομή: η Αλεξάνδρα θα τις πάρει μαζί της, η Μαρία θα τις αφήσει στη γιαγιά. Προλαβαίνουμε να πιούμε έναν καφέ· κάτι είναι κι αυτό· να μιλήσουμε λίγο για πολλά – για όλα αν μπορέσουμε.
Κάπως έτσι συντηρούμε τη φιλία μας τους σχολικούς μήνες – πάντα με αλγεβρικές εξισώσεις για να βρεθεί –το πολύ– ένα δίωρο. Και κάθε φορά που έρχεται η ώρα να αποχωριστούμε επισημαίνουμε τα κενά και τις παραλήψεις: δεν είπαμε τίποτα για κινηματογράφο, θέατρο, και… «το βιβλίο που μου δάνεισες, Γιούλα, το ’χω στο κομοδίνο μου. Θα το διαβάσω το καλοκαίρι», με αποχαιρετά η Μαρία.
Προχτές μαζευτήκαμε πάλι. Τα σχολεία έχουν κλείσει· τα παιδιά πήγαν διακοπές στη γιαγιά. Οι φιλενάδες μου είναι αλλιώτικες: λίγο πιο χαλαρές, πιο φλύαρες. Τα μάτια τους δεν έχουν μαύρους κύκλους, το μακιγιάζ τους είναι προσεγμένο, τα μαλλιά τους όμορφα και λίγο πιο περίτεχνα χτενισμένα. Είναι ευχάριστη βραδιά –ναι, αυτήν τη φορά συναντηθήκαμε βράδυ–, πίνουμε και λίγο αλκοόλ, μιλάμε για όλα χωρίς βιασύνη. Εξιστορούμε η καθεμιά τα δικά της· γυναικεία θέματα… Είμαστε και οι τρεις –για λίγο– μόνο γυναίκες: ερωτευμένες, αγαπημένες, θυμωμένες, απογοητευμένες, ενθουσιασμένες, πικραμένες, λατρεμένες.
Φεύγοντας, τις ρωτάω να μου πουν κάτι που τις απασχολεί ως μητέρες για τα παιδιά τους, να γράψω στο Τaλκ. Με κοιτούν ξαφνιασμένες, μεσολαβεί σιωπή και περίσκεψη. Η Αλεξάνδρα μιλάει πρώτη και με νόημα: «Τόση ώρα γι’ αυτά δεν μιλούσαμε;» Η Μαρία συμφωνεί με νεύμα εύγλωττο. Συνειδητοποιώ ότι μιλούσαμε για τους άντρες, που είναι πατέρες, αλλά εσαεί παιδιά και, δυστυχώς, η γιαγιά τους δεν ζει πια… Κορίτσια, φιλήστε μου τα… παιδιά τώρα που θα πάτε στο σπίτι.

Leave a Reply