ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2014

Στη χώρα μας ό,τι απασχολεί την επικαιρότητα είναι «βαθιά πολιτικό ζήτημα». Και όποιος αποφασίσει να τοποθετηθεί για αυτό, οφείλει να το κάνει πατώντας σε ένα από τα δύο άκρα του πολιτικού συνεχούς. Είναι ή φασίστας ή αριστερός. Και ως τέτοιος δικαιούται (ή δεν δικαιούται) να μιλάει. Λες και ο δημόσιος διάλογος ανήκει μόνο στα άκρα. Λες και δεν μπορεί κανείς να μιλήσει από τη σκοπιά του γονέα, του φοιτητή, του καλλιτέχνη, του εκπαιδευτικού. Πρέπει να πρεσβεύει και κάτι. Γιατί η βιομηχανική επανάσταση, που ποτέ δεν συνέβη στην Ελλάδα, και το γεγονός ότι το δικαίωμα ψήφου απλώς προέκυψε, έχει αποκρυσταλλώσει ένα γιγάντιο αριστερό πολιτικό απωθημένο.

Παρακολουθούμε όλοι τις τελευταίες ημέρες την υπόθεση του Νίκου Ρωμανού και δικαιούμαστε να κάνουμε σκέψεις, μάλλον θα έλεγα πρέπει να κάνουμε σκέψεις, πρέπει να βγάζουμε συμπεράσματα και ας τα κρατάει ο καθένας για τον εαυτό του. Ο Νίκος με «στέλνει» πίσω στα έδρανα. Να μελετάω τις θεωρίες περί ορισμού της ημερησίας διάταξης. Η υπόθεση είναι ένα εντελώς αντιπροσωπευτικό case study. Τι πιο βολικό για την κυβέρνηση να παρουσιάζει τις ειλικρινείς προσπάθειές της να επαναφέρει τον νόμο και την τάξη… Ας ξεχάσουμε την οικονομική κρίση, τώρα που οι γιορτές θα την υπενθυμίσουν σε όλους, ας γίνουμε τιμητές του νόμου και προστάτες της περιουσίας μας με τον φόβο ότι οι Ρωμανοί θα βγουν με τα καλάσνικοφ να την κλονίσουν. Λες και δεν την κλόνισαν τα ιερά τέρατα του οικονομικού εγκλήματος ‒ονόματα μη λέμε‒ που κυκλοφορούν εκεί έξω με τις λιμουζίνες τους και τους μπράβους που εμείς πληρώνουμε.

Όλοι μιλάμε για αυτό λοιπόν, σε πείσμα μιας πραγματικότητας γεμάτης προβλήματα και λύσεις. Γιατί, ναι, κάπου υπάρχουν και λύσεις. Και περιμένουν τους νέους να τις βρουν. Και, ξέρετε, οι νέοι τις βρίσκουν, υπάρχει ένα μεγάλο κομμάτι της νεολαίας που κάνει θαύματα εκεί έξω. Θαύματα όχι τόσο τρανά όσο να αδειάζεις τα σκουπίδια στο γραφείο ενός καθηγητή σου· όχι, αυτή και αν είναι μια πολιτική κίνηση. Υπάρχει μερίδα νέων ανθρώπων που προτιμά την πρόσθεση ως μαθηματική πολιτική πράξη και όχι την αφαίρεση. Που επιλέγει να προχωρήσει κάνοντας, όχι απέχοντας γενικώς. Που ξοδεύει τον ελεύθερο χρόνο της (γιατί βαρέθηκα να ακούω ότι οι νέοι δεν έχουν ελεύθερο χρόνο, ρωτήστε μια μαμά) σε σπουδές, και δουλειά, και ξένες γλώσσες, και interail, και erasmus, και συναυλίες, και μουσική και, και, και. Αλλά ξέχασα, αυτά δεν ενέχουν πολιτική. Διαφωνώ. Αυτή η πράξη είναι βαθιά πολιτική πράξη: η πρόσθεση. Γιατί αυτή μπορεί να μας πάει κάπου…

Καλές γιορτές.

Leave a Reply