ΑΓΑΠΗ ΑΠΟ ΒΥΣΣΙΝΟ

Με συγκινεί αυτή η αγάπη των γονιών. Όχι, όχι των μικρογονιών. Όχι εκείνων με μωρά ή παιδιά στην εφηβεία. Αυτή είναι, ας πούμε, αυτονόητη. Εγώ μιλάω για την αγάπη των γονιών με τα μεγάλα παιδιά. Τα παιδιά που είναι ικανά να βγουν, να καπνίσουν, να ερωτευτούν, να αγωνιστούν, να κάνουν καριέρα, σπίτια, κότερα, λεφτά. Τρομάρα τους. Τρομάρα μας.

Κι όμως. Το βλέμμα των γονιών τους πάντα ανήσυχο. Το βλέμμα, η φωνή. Αγωνία στα τηλεφωνήματα μέχρι να φτάσουν στο ταξίδι. Έφτασαν τα παιδιά; Έφαγαν τα παιδιά; Ξύπνησαν τα παιδιά; Κοιμήθηκαν τα παιδιά; Ξεκουράστηκαν; Έχουν λεφτά; Είναι καλά; Βήχουν; Έχουν σιρόπι; Σπίτι; Δουλειά; Σύζυγο; Μωρό;

Κατακριτέο από ψυχολόγους, ακατανόητο από Ευρωπαίους και λοιπούς φλεγματικούς αυτό το υπερβολικό, παράλογο, ανεπίτρεπτο άγχος των μεγαλογονιών. Αυτή η Άγια Έγνοια των Ελλήνων γονιών που μετράνε την αγάπη τους προς τα αεί μαμμόθρεφτα 40χρονα παιδιά τους με το πιεσόμετρο.

Αυτή η περισσή αγάπη όμως είναι που έχει σημασία για μένα. Αυτή η μη χρειαζούμενη λιγωτική αγάπη. Αυτή η αγάπη που είναι σαν το γλυκό βύσσινο. Ενώ μια κουταλιά αρκεί να γλυκαθείς… τρως κι άλλο. Και σε λιγώνει. Αλλά τρως κι άλλο. Και σε λιγώνει. Και τότε… πίνεις νερό. Και τρως κι άλλο…

ΥΓ.: Φοβάμαι εκείνη τη στιγμή… που θα μου λείπει το βύσσινο.

Leave a Reply