ΜΑΘΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΠΡΕΣΑ

Μαθητές και εξωσχολικές δραστηριότητες, παιδιά στην «πρέσα»: πού σταματούν οι ανάγκες του παιδιού για μπουζούκι και χιπ χοπ μετά το εξάωρο του σχολείου και πού αρχίζουν οι γονεϊκές προσδοκίες και απωθημένα; Μήπως ήρθε επιτέλους ο καιρός –και σε αυτό έχει βάλει το «χεράκι» της και η κρίση με την οικονομική στενότητα– να ξαναβρούμε τη χρυσή τομή ανάμεσα στη δράση και την τεμπελιά για χάρη της ηρεμίας των παιδιών μας;
Στο τετράδιο εργασιών της Γλώσσας Γ΄ Δημοτικού (Τα Απίθανα Μολύβια, Α΄ τεύχος, σελ. 21), ο 9χρονος Βαγγέλης δράττεται της ευκαιρίας μιας άσκησης για να βγάλει στο χαρτί το παράπονό του. «Έχεις αρκετό ελεύθερο χρόνο; Γράψε τις σκέψεις σου για να τις μοιραστείς με τους συμμαθητές σου», παροτρύνει το ερώτημα 3 και ο μαθητής απαντά: «Αγαπητό ημερολόγιο, δεν έχω πολύ ελεύθερο χρόνο γιατί έχω πολλές δραστηριότητες κάθε μέρα μετά το σχολείο. Η μαμά φωνάζει, “φάε και τελείωνε γρήγορα τα μαθήματά σου, θα αργήσουμε στα αγγλικά”. Δεν πάω καθόλου στην πλατεία, δεν παίζω με τα παιχνίδια στο δωμάτιο γιατί πρέπει να φύγουμε για την κιθάρα και το ταεκσουντό…»
Ζωή βαρέων βαρών: Ας ρίξουμε, λοιπόν, μια ματιά στο 24ωρο ενός παιδιού στη διάρκεια του σχολικού έτους. Το ιδανικό σενάριο μιας ισορροπημένης παιδικής ηλικίας θέλει τον μικρό μας φίλο να ασχολείται όσο προβλέπει το εκπαιδευτικό σύστημα με το σχολείο του, να κάνει τις εργασίες του στο σπίτι και να παίζει με όλη του την ψυχή στον υπόλοιπο χρόνο της ημέρας και τα Σαββατοκύριακα. Μύθος, φευ, για πολλά από τα παιδιά της εποχής μας που βλέπουν το πάρκο με το κιάλι καθώς, μετά το ωράριο του σχολείου, έχουν να ανταποκριθούν σε έναν καθημερινό μαραθώνιο από δραστηριότητες, «για το καλό τους…» θυσιάζοντας παιχνίδι, ελεύθερο χρόνο, αν όχι και λίγο από τον ύπνο τους. Ούτε λόγος, βέβαια, για χρόνο προσωπικό του παιδιού «έτσι, χωρίς πρόγραμμα», «χάνομαι γιατί ρεμβάζω» και στιγμές για χάζεμα, χαλάρωμα, ονειροπόληση. «Καθόλου σπάνια, παιδιά εννέα και δέκα ετών παραπονούνται για άγχος, προβλήματα ύπνου και κούρασης. Συνήθως οι ιατρικές εξετάσεις και ο παιδίατρος δεν βρίσκουν τίποτε ανησυχητικό. Αν τα συμπτώματα επιμένουν, συστήνεται ψυχολογική εξέταση του παιδιού. Ο ειδικός, αν δεν υπάρχουν άλλοι παράγοντες, συνήθως υποθέτει ότι υπεύθυνο για την πίεση που νιώθει το παιδί είναι το βαρύ εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Μια τέτοια εξήγηση συχνά ξεσηκώνει τις διαμαρτυρίες των γονέων που υποστηρίζουν ότι το παιδί τους όχι μόνο δεν πιέζεται, αλλά είναι και πολύ χαρούμενο με τις δραστηριότητές του», επισημαίνει η ψυχολόγος, κ. Μαρία Λασσιθιωτάκη.
Μάθε, παιδί μου, γράμματα: Πολλές φορές, κάτω από ένα πιεστικό πρόγραμμα του παιδιού, κρύβονται οι υπερβολικές γονεϊκές προσδοκίες. «Η ελληνική οικογένεια αγωνίζεται σκληρά για τις σπουδές των παιδιών, δαπανώντας τεράστια ποσά για να ενισχύσει με επιπλέον εξωσχολικά μαθήματα τη σχολική εκπαίδευση», εξηγεί η κ. Λασσιθιωτάκη και προσθέτει: «Παρατηρούμε δύο γονεϊκές τάσεις: από τη μία, τον καημό του γονιού, που ο ίδιος δεν σπούδασε, να προβάλλει και να επιβάλλει με κάθε τρόπο το “Μάθε, παιδί μου, γράμματα”. Από την άλλη, γονείς που έχουν κατακτήσει ακαδημαϊκές και άλλες γνώσεις, διατηρούν μια ανώτερη θέση στην επαγγελματική ιεραρχία και νιώθουν αποτυχημένοι –βαρύ πλήγμα για τον ναρκισσισμό τους– αν το παιδί τους δεν μπορέσει να συνεχίσει την οικογενειακή παράδοση». Στον σχολικό στίβο, το παιδί συχνά αντιμετωπίζεται από τους γονείς του «με χρηματιστηριακή λογική: πόσο και πώς θα ανεβεί η ‘‘μετοχή” του παιδιού σε σχέση με τα υπόλοιπα, δημιουργώντας ανάγκες και υπέρμετρες υποχρεώσεις στο παιδί τους. Αν αυτό αντιδράσει στο γονεϊκό σχέδιο, χαρακτηρίζεται τεμπέλης, αδιάφορος, χωρίς αυτοπεποίθηση ενώ, αν υπακούσει, θεωρείται παιδί με υψηλούς στόχους, ενεργητικότητα, όνειρα και ισχυρή προσωπικότητα», περιγράφει η ψυχολόγος. Μερικές φορές, επίσης, οι γονείς «προσπαθούν να σεβαστούν την παιδική ανεμελιά, “στριμώχνοντας” όμως τον ελεύθερο χρόνο στις σχολικές διακοπές με έναν αγχωτικό και ενοχικό τρόπο».
Γονεϊκοί καημοί: Με τη βοήθεια της ψυχολόγου, κ. Λασσιθιωτάκη, αποκωδικοποιούμε συμπεριφορές γονιών που βάζουν τα παιδιά τους στην πρίζα. Κάθε ομοιότητα με πρόσωπα και πράγματα δεν είναι συμπτωματική.
Περίπτωση 1: Τι λέει ο γονιός: «Καημό το ’χα να μάθω μπουζούκι, αλλά δεν τα κατάφερα. Γι’ αυτό ξεκίνησα μαθήματα στον Κωστάκη μου». Ο οποίος Κωστάκης γρατσουνάει τις χορδές του μπουζουκιού πειθήνια αλλά ανόρεχτα…
Τι λέει η ειδικός: «Η προβολή, αναζητώ στο παιδί μου τα χαμένα μου όνειρα, σπάνια έχει αποτέλεσμα. Δείχνει ένα άλυτο πένθος με αυτά. Χρειάζεται και οι γονείς να τοποθετηθούν απέναντι σε αυτό και με αυτογνωσία να κλείσουν τις υποθέσεις τους. Να συνειδητοποιήσουν ότι είναι τα όνειρά τους που προβάλλονται στα παιδιά τους, ότι έχουν γίνει πιεστικές φαντασιώσεις και πως δεν χάθηκε ο κόσμος αν δεν ξέρουμε μπουζούκι και πολλά άλλα πράγματα».
Περίπτωση 2: Τι λέει ο γονιός: «Η φίλη μου η Νίκη ξεκίνησε στον γιο της κινέζικα. Είναι, λέει, για τις γλώσσες το μέλλον. Πρέπει να το γράψω κι εγώ το παιδί, να μην του στερήσω ένα εφόδιο για το αύριο».
Τι λέει η ειδικός: «Υπάρχει μια διαρκής ανυπομονησία των γονιών να αποκτήσουν το γρηγορότερο γνώσεις και δεξιότητες τα παιδιά τους, να βγουν στον στίβο της ζωής σαν να πρόκειται για πλειοδοτικό διαγωνισμό: “η καλύτερη προσφορά σε συμφέρουσα τιμή”. Αυτή η ανυπομονησία περνά και στα παιδιά την αντίληψη ότι, μέχρι τα τριάντα τους, πρέπει να έχουν κατακτήσει όλα όσα χρειάζονται και όλα όσα θέλουν, καλές σπουδές, καλή δουλειά, οικογένεια, παιδιά και μετά θα… απολαμβάνουν διά βίου τους καρπούς των προσπαθειών τους! Ένα τέτοιο σχέδιο συχνά είναι ουτοπία, δημιουργεί ματαιώσεις στους νέους ανθρώπους. Μήπως θα ήταν προτιμότερο οι γονείς να μεγαλώνουν τα παιδιά τους με τη χαρά του προσωπικού αγώνα διά βίου, της ευέλικτης ζωής, των ανατροπών και αλλαγών, όταν οι συνθήκες το επιβάλλουν;»
os edo

Leave a Reply