ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΣΤΗΝ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ

Η εγκυμοσύνη αποτελεί μια κρίσιμη περίοδο, κατά τη διάρκεια της οποίας η θρεπτική κατάσταση της μητέρας αποτελεί το κλειδί για την υγεία τόσο του νεογνού όσο και της ίδιας. Τα τελευταία χρόνια, όμως, έχει παρατηρηθεί αύξηση στο ποσοστό των γυναικών που εμφανίζουν –κατά τη διάρκεια της κύησης– διαβήτη. Εκτός λοιπόν από όλα όσα συνοδεύουν μια εγκυμοσύνη, τώρα, πλέον, οι μελλοντικές μανούλες θα πρέπει να εστιάσουν την προσοχή τους και στον σακχαρώδη διαβήτη της κύησης.

Τι είναι ο σακχαρώδης διαβήτης της κύησης;

Πρόκειται για διαβήτη που διαπιστώνεται για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της κύησης. Είναι μια τελείως διαφορετική πάθηση από τον σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 (που συνήθως εμφανίζεται σε παιδιά ή εφήβους) αλλά και τον σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (που συνήθως εμφανίζεται σε ενήλικες). Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι οι γυναίκες που πάσχουν από διαβήτη τύπου 1 ή 2 δεν μπορούν να συλλάβουν, απλώς αυτή η κατάσταση χαρακτηρίζεται ως προϋπάρχων διαβήτης.

Σε ποιες γυναίκες μπορεί να εμφανισθεί διαβήτης στην εγκυμοσύνη;

Ο συγκεκριμένος τύπος διαβήτη μπορεί να εμφανισθεί σε οποιαδήποτε γυναίκα. Μάλιστα πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι 1 στις 12 γυναίκες θα εμφανίσει την εν λόγω πάθηση. Είναι, δηλαδή, μια από τις συχνότερες παθήσεις κατά τη διάρκεια της κύησης στην εποχή μας. Η αύξηση αυτή της συχνότητας οφείλεται σε δύο κύριους λόγους: πρώτον, έχουν αυξηθεί τόσο τα ποσοστά της παχυσαρκίας ανάμεσα στις νέες γυναίκες, όσο και η ηλικία που η γυναίκα μένει έγκυος για πρώτη φορά. Δεύτερον, στο παρελθόν δεν δινόταν ιδιαίτερη προσοχή σε γυναίκες που γεννούσαν παιδιά βαρύτερα από 4 κιλά και έτσι δεν γινόταν αντιληπτό ότι πολλές από αυτές τις κυήσεις είχαν σχέση με σακχαρώδη διαβήτη.

Πού οφείλεται ο διαβήτης της κύησης;

Στη διάρκεια της εγκυμοσύνης η ενέργεια που λαμβάνει η γυναίκα με την τροφή πρέπει να διανέμεται και στο έμβρυο. Τον ρόλο αυτόν της μεταφοράς της ενέργειας τον αναλαμβάνει ο πλακούντας. Εκτός των άλλων υπηρεσιών που διεκπεραιώνει ο πλακούντας είναι και η έκκριση συγκεκριμένων ουσιών. Στις ουσίες που εκκρίνονται από τον πλακούντα περιλαμβάνονται τα οιστρογόνα, η κορτιζόνη και το πλακουντιακό γαλακτογόνο (ή ΗPL: Human Placental Lactogen). Αυτές έχουν αποστολή να βοηθούν στη διατροφή του εμβρύου. Με άλλα λόγια, έχουν αναβολική δράση, δρουν δηλαδή αντίθετα από την ινσουλίνη και έχουν αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών της γλυκόζης (σακχάρου) για να δώσουν περισσότερη ενέργεια. Φυσιολογικά λοιπόν το πάγκρεας της εγκύου πρέπει να παράγει περισσότερη ινσουλίνη για να αντιμετωπίσει τη γλυκόζη που πλεονάζει. Όταν λοιπόν το πάγκρεας δεν μπορεί να ανταποκριθεί στην αυξημένη απαίτηση για ινσουλίνη αυτό έχει αποτέλεσμα την εμφάνιση του διαβήτη, των αυξημένων δηλαδή τιμών σακχάρου στο αίμα. Όταν ο πλακούντας με την εξέλιξη της κύησης μεγαλώνει, παράγει μεγαλύτερες ποσότητες των ουσιών που αυξάνουν τις τιμές του σακχάρου. Γι’ αυτό, στις περισσότερες περιπτώσεις, αυξημένες τιμές σακχάρου στο αίμα ανευρίσκονται μετά τον 4ο με 5ο μήνα της εγκυμοσύνης. Αμέσως μόλις γεννήσει η γυναίκα (για να είμαστε ακριβείς, αμέσως μόλις γίνει ο τοκετός του πλακούντα) παύει αυτόματα η αντίσταση της κύησης, οπότε η γυναίκα επανέρχεται στο σημείο που ήταν πριν από τον τοκετό. Γι’ αυτό, στη μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων, ο σακχαρώδης διαβήτης της κύησης αποτελεί παροδική κατάσταση.

Αυτό σημαίνει ότι η γυναίκα που εμφάνισε διαβήτη κατά την κύηση δεν πρέπει να ανησυχεί για το μέλλον;

Ακριβώς το αντίθετο. Η γυναίκα που εμφάνισε διαβήτη κατά την κύηση έχει αυξημένο κίνδυνο για δύο καταστάσεις. Πρώτον, να εμφανίσει ξανά σακχαρώδη διαβήτη σε μία επόμενη κύηση, πιθανόν μάλιστα με μεγαλύτερη βαρύτητα και πρώιμη έναρξη. Δεύτερον, να εμφανίσει σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 σε μερικά χρόνια. Μελέτες έχουν δείξει ότι η πιθανότητα να εμφανίσει διαβήτη τύπου 2 μια γυναίκα που διαγνώσθηκε με διαβήτη της κύησης μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια είναι 50%. Αυτό σημαίνει ότι μια γυναίκα 30 ετών με διαβήτη της κύησης, ο οποίος παύει να υφίσταται μετά τον τοκετό, έχει 50% πιθανότητες να εμφανίσει μόνιμο διαβήτη τύπου 2 πριν από την ηλικία των 40 ετών.

Πώς πρέπει να παρακολουθείται η έγκυος με διαβήτη;

Βασικό μέτρο παρακολούθησης αποτελεί η μέτρηση των επιπέδων της γλυκόζης στο αίμα. Γίνεται από την ίδια την έγκυο με τη βοήθεια ειδικών συσκευών («μετρητές γλυκόζης» ή «σακχαρόμετρα»). Η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη δείχνει, κατά κάποιον τρόπο, τον «μέσο όρο» των επιπέδων της γλυκόζης κατά τους τελευταίους τρεις μήνες. Ιδιαίτερη σημασία έχει η παρακολούθηση του εμβρύου μέσω του υπερηχογραφήματος, όπου προσδιορίζονται σωματομετρικές παράμετροι που αντανακλούν την επίδραση του διαβήτη. Τέλος, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της κάθε περίπτωσης, εφαρμόζονται ιδιαίτερες παράμετροι παρακολούθησης.

Leave a Reply